ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΣΤΗΝ ΙΘΑΚΗ

Η γέννηση, το μεγάλο και πιο βασικό στοιχείο της ανθρώπινης ζωής, είναι δεμένη με την ύπαρξη, το διαχρονικό και το αιώνιο. Η γέννηση του Θεανθρώπου, που τοποθετήθηκε στα σύνορα παλιού και νέου χρόνου, πέρα απ’ τον απέραντο συμβολισμό της, χαρίζει κάποια καινούργια ή ανανεώνει την παλιά, κουρασμένη ελπίδα.

Όλοι λαχταρούν καλύτερες μέρες, όλοι περιμένουν κάτι νέο, κάποια αλλαγή σ’ όλα εκείνα που λιμνάζουν στου καθενός τη ζωή. Τα Χριστούγεννα για τον Έλληνα ήταν παλιότερα μια γιορτή οικογενειακή, ζεστή, ανθρώπινη, που θύμιζε τζάκι, λιχουδιές, κουζίνα να μοσχοβολά, παγανά με τις σκανταλιές τους και το φόβητρο των πιτσιρίκων σ’ όσα φανταστικά άκουγαν να διηγιόνται  γύρω απ’ τη φωτιά οι μεγάλοι τα βράδια, τη φωτιά που ενώ τη σκάλιζαν ανεβοκατέβαιναν οι φλόγες της κι έκαναν τις σκιές στο γύρω χώρο να μικρομεγαλώνουν σχηματίζοντας στους τοίχους φανταστικά τέρατα… Βέβαια ο τεχνικός πολιτισμός στο τεράστιο άλμα του διασκέλισε όλα τούτα κι η ζωή πήρε έναν άλλο ρυθμό. Για το καλύτερο ή το χειρότερο, είναι νωρίς ακόμα για να κριθεί τούτο. Στα Εφτάνησα, όμως, ιδιαίτερα σε Ιθάκη και Κεφαλονιά, αρχή του τέλους των εθίμων στάθηκε η καταστροφή που έφεραν οι σεισμοί του ’53, τότε που το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, τρομαγμένο και ξεσπιτωμένο σκορπίστηκε μακριά απ’ τα βαριά τραυματισμένα νησιά μας. Μαζί με τον κόσμο που έφυγε χάθηκαν και πολλές όμορφες συνήθειες, οι εναπομείναντες κάτοικοι κράτησαν στα δόντια μερικές απ’ αυτές, που είναι πια λουλούδια χωρίς άρωμα. Ότι λοιπόν να προσπαθούμε σήμερα να κάνουμε ν’ αναβιώσει βλέπουμε ξεκάθαρα πως γίνεται μόνο για την ανάμνηση και για τον καθαρά «μουσειακό» -αν μπορούμε να τον ονομάσουμε έτσι- χαρακτήρα του.

Για ν’ αντλήσουμε, λοιπόν, από τις αναμνήσεις και τις αφηγήσεις των παλιών, θα πούμε ότι τα Χριστούγεννα ήταν  γιορτή που όλα στο σπίτι αναγεννιόταν. Και πρώτα πρώτα, αν υπήρχε κανένας ναυτικός, κανένας ξενιτεμένος που επρόκειτο να επιστρέψει, Χριστούγεννα θα διάλεγε για να βρεθεί στο σπιτικό και την οικογένειά του. Καθένας που θα έφκιαχνε καινούργια ρούχα ή παπούτσια Χριστούγεννα περίμενε να τα πρωτοφορέσει και να πάει στην εκκλησία μ’ αυτά. Το σπίτι, μέσα κι έξω, θα τα’ ασβέστωναν για τα Χριστούγεννα. Αν έραβαν ή κεντούσαν καινούργια κουρτινάκια, θα τα τοποθετούσαν –αφού καθάριζαν τα τζάμια- παραμονή Χριστουγέννων, το ίδιο και κάθε καινούργιο στρωσίδι, για ν’ ανανεωθεί ο χώρος για τη μεγάλη γιορτή. Αν υπήρχε διασίδι –υφαντό- στον αργαλειό, έπρεπε έγκαιρα να τελειώσει, να κοπεί, αν επρόκειτο μάλιστα για καμιά στρώση –μάλλινο χαλί-  έπρεπε να ετοιμαστεί κι αυτό, για νάναι στρωμένο τα Χριστούγεννα. Η συμμετοχή, λοιπόν, ήταν γενική απ’ όλους και σ’ όλα, έτσι άνθρωποι και σπίτια αναγεννιόταν μαζί με το νεογέννητο Θεάνθρωπο. Μια ιερή βαθειά τελετουργία μπορούμε να πούμε πως ετελείτο έτσι.

Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο πάντα στολιζόταν στην Ιθάκη. Κάτω απ’ αυτό –κοντά στη φάτνη- έμπαιναν και τα γράμματα, οι κάρτες ή οι φωτογραφίες των ξενιτεμένων, που δεν είχαν κατορθώσει να βρίσκονται στο σπίτι τους τη μέρα αυτή. Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο (συνήθως από θηλυκό κυπαρίσσι) βρισκόταν από πολύ παλιά στα έθιμά μας. Και θέλω να διευκρινίσω εδώ, ότι, πολύ άσχημα και επιπόλαια χαρακτηρίζουν το έθιμο αυτό σαν εισαγόμενο. Είναι πανάρχαιο ελληνικό και προέρχεται από την ειρεσιώνη, δηλαδή τον κλάδο εκείνον που τον στόλιζαν με διάφορους καρπούς και μαλλί προβάτου –από εκεί πήρε και το όνομα ειρεσιώνη από το είρος (έριον) και το αφιέρωναν στην Αθηνά, τον Απόλλωνα και τις Ώρες, για να τους ευχαριστήσουν για τη γονιμότητα στη γιορτή των Πυανεψίων, η οποία ετελείτο την 7η μέρα του Πυανεψιώνος (ο Πανεψυών ήταν μήνας που σήμερα αντιστοιχεί  με τους Οχτώβρη – Νοέμβρη). Στην Ιθάκη, που η Αθηνά λατρεύτηκε σαν προστάτιδα του Οδυσσέα και του ίδιου του νησιού, η ειρεσιώνη υπήρχε ανέκαθεν, όπως άλλωστε και στην Αθήνα, που πανηγυρικά στα Παναθήναια κατετίθετο ο κλάδος αυτός προς τιμήν της Παλλάδος. Επίσης ψάλλονταν  και άσματα ανάλογα με τα σημερινά Κάλαντα. Η ονομασία κάλαντα έχει προέλευση από τη λατινική λέξη CALENDAE, Καλένδαι ή καλάνδαι  ονομάζονταν οι πρώτες μέρες των ρωμαϊκών μηνών, που ήταν ανάλογες με την νουμηνία των αρχαίων Ελλήνων. Για να επανέλθουμε στο θέμα μας, πρέπει να πούμε ότι υπήρχε και κάποιο «ποιητικό  παίγνιο» το οποίο απέδιδαν στον Όμηρο και είχε κι αυτό το όνομα ειρεσιώνη, που το έψαλλαν παιδιά στη γιορτή του Απόλλωνα γυρίζοντας από σπίτι σε σπίτι, που τους πρόσφεραν δώρα. Όπως βλέπουμε λοιπόν, ολ’ αυτά τα έθιμα πέρασαν απ’ την αρχαία λατρεία στη χριστιανική, που άλλωστε δεν είναι και τα μοναδικά, τα έθιμα αυτά είναι δικά μας, δεν τα πήραμε από τους ξένους λαούς, αντίθετα εκείνοι τα πήραν από εμάς και μας τα επέστρεψαν…

Ας πούμε λίγα τώρα και για τα φαγητά. Τα Χριστούγεννα, στην Ιθάκη, μαγείρευαν συνήθως αρνάκι τσερεπάτο, δηλαδή έκοβαν το κρέας μερίδες, με πατάτες, σκόρδο, ντομάτα, βούτυρο, το έβαναν το ταψί με πιπέρι κι αλάτι και το έψηναν όχι στο φούρνο αλλά στην τσερέπα. Αυτή είναι – μάλλον, ήταν – ένα χειροποίητο πήλινο στρογγυλό σκεύος, μεγάλο όσο χρειάζεται για να σκεπάζει ένα μεγάλο ταψί και βαθύ μέχρι 14 πόντους, το οποίο ετοποθετούσαν οι νοικοκυρές στη “γωνιά” ή στο τζάκι ημικλινές, στηριγμένο στα δυο πλάγια σε δυο επίσης χειροποίητα, πήλινα στηρίγματα, τα τσερεποπόδαρα. Κάτω απ’ το ημικλινές αυτό σκεύος άναβαν φωτιά δυνατή και καιγόταν όπως ο φούρνος. Αμέσως μετά τραβούσαν τα κάρβουνα, τοποθετούσαν εκεί το ταψί με το κρέας και τα υπόλοιπα υλικά, το σκέπαζαν με την τσερέπα, στην οποία από πάνω και γύρω – γύρω έβαζαν τα κάρβουνα. Σε μια περίπου ώρα, το πολύ μιάμιση, ήταν έτοιμο το ψητό και πολύ – πολύ νόστιμο. Σε περίπτωση, όμως, που στην οικογένεια δεν αγόραζαν αρνάκι αλλά έσφαζαν κάποιον κόκορα – πολύ σπάνια γαλοπούλα – τότε, πριν βάλουν το πουλερικό στο ταψί, το έβραζαν για λίγο και με το ζουμί έκαναν σούπα αυγολέμονο. Το πουλερικό, όπως ήταν μισοβρασμένο, το παραγέμιζαν μυρωδικά, σκόρδο κοπανισμένο, καρύδια, βούτυρο, ρίγανη, χυμό λεμονιού, αλατοπίπερο και το έψηναν στην τσερέπα, με τον ίδιο τρόπο που προαναφέραμε. Για γλυκό, τα Χριστούγεννα, προτιμούσαν τις τηγανίτες με μπόλικο μέλι και κανέλλα, χωρίς να παραλείπονται και οι κουραμπιέδες.                               

Η λειτουργία τα παλιά χρόνια ετελείτο ξημερώματα Χριστούγεννα όπου όλοι πήγαιναν οικογενειακώς. Οι νεοφερμένοι απ’ τη μακρινή ξενιτειά ή τη θάλασσα πήγαιναν εκκλησία  τόσο για να γιορταστούν, όσο και να δεχτούν το αντίδωρο και το ματσέτο και να προσφέρουν κι αυτοί με την σειρά τους ενίσχυση οικονομική. Γίνονταν δηλαδή το εξής: Λίγο πριν τελειώσει η λειτουργία και μετά την τελετή της Θείας Ευχαριστίας έστελνε ο παπάς με τον επίτροπο στο νεοφερμένο τυλιγμένο αντίδωρο. Εκείνος το έπαιρνε κι άφηνε στη θέση του ένα φάκελο με χρήματα που προορίζονταν για τον ιερέα. Σε λίγο πάλι ο επίτροπος έφερνε στο δίσκο ένα μικρό μπουκέτο λουλούδια, π.χ. ένα γαρίφαλο και δυο βιολέτες ή μια γαρδένια και δυο κρινάκια. Αυτά ήταν προσφορά της εκκλησίας στο νεοφερμένο ο οποίος το έπαιρνε κι άφηνε άλλο φάκελο με χρηματική ενίσχυση για την εκκλησία. (Υπάρχει και σήμερα η φράση: «Του βγάλανε ματσέτο»  όταν θέλουν να πουν για κάποιον πως αργοπόρησε να πάει στην εκκλησία ή κάπου αλλού σα να έλειπε από το νησί. Η απουσία του δηλαδή έγινε αισθητή). Μετά την λειτουργία οι συγγενείς αντάλλαζαν επισκέψεις κι εύχονταν ο ένας στον άλλο χρόνια πολλά και Καλή Πρωτοχρονιά. Το βράδυ των Χριστουγέννων γίνονταν πάντα κάποιος χορός, έτσι έκλεινε ευχάριστα η μέρα.

Τα κάλαντα τα οποία λέγονταν-ψάλλονταν- αποβραδίς ή το πρωί των Χριστουγέννων ήταν για τους πιτσιρίκους μια μεγάλη χαρά μα και για τα σπίτια που τους δέχονταν.

Αυτά σε γενικές γραμμές ήταν τα Χριστούγεννα στην Ιθάκη.

ΡΙΤΑ ΤΣΙΝΤΙΛΗ – ΒΛΗΣΜΑ

Απόσπασμα από μια ευρύτερη μελέτη σε έθιμα του νησιού της Ιθάκης της Ρίτας Τσιντίλη- Βλησμά που μεταδόθηκε σε ραδιοφωνική εκπομπή στο ΡΑΔΙΟ 5, στις 25-12-1990 και περιέχεται στο βιβλίο της «ΑΠ’ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΚΑΣΕΛΛΑ» Β τόμος που εκδόθηκε από τον ΦΗΜΙΟ, Πολιτιστικό Φορέα του Δήμου Ιθάκης το 1997.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Time limit is exhausted. Please reload the CAPTCHA.