Η ΕΥΤΥΧΙΑ ΚΟΣΜΑΤΟΥ KΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑ ΤΩΝ ΕΠΤΑΝΗΣΩΝ
Το 2005 έφυγε από κοντά μας η Ευτυχία Κοσμάτου. Μας αποχαιρέτησε στα 40 της χρόνια, αφού πάλεψε θαρραλέα με τον καρκίνο. Η πρόωρη απώλειά της συγκλόνισε τους γνωστούς, τους φίλους και τους συναδέλφους της. Όσοι συνεργάστηκαν μαζί της θυμούνται έναν ζωντανό άνθρωπο με όρεξη για ζωή και δημιουργία. Και η ίδια είχε ήδη διατρέξει τα πρώτα και βασικά της βήματα στον επιστημονικό στίβο και ανοιγόταν μπροστά της ελπιδοφόρο το ερευνητικό και επιστημονικό της μέλλον, καθώς επιζητούσε τη βαθιά γνώση της επιστήμης, την οποία διακονούσε με πίστη και συνέπεια.
Θα διατηρήσουν βέβαια οι δικοί της άνθρωποι τη θύμηση της και θα θυμούνται οι συνάδελφοί της τις γόνιμες ημέρες συνεργασίας της. Αλλά, η αναχώρηση ενός ανθρώπου δυναμικού, με όρεξη για ζωή και προσφορά, σίγουρα δημιουργεί σοβαρό κενό.
Η Ευτυχία Κοσμάτου, Δρ. Ιστορίας του Πανεπιστημίου Paris I-Pantheon-Sorbonne, υπήρξε αξιόλογη επιστήμονας με ήθος και συνέπεια και καλοσύνη. Με σοβαρότατες ικανότητες στην έρευνα και την επιστήμη, προώθησε ουσιαστικά τα ζητήματα, με τα οποία καταπιάστηκε. Γενικότερα, η επιστημονική της παρουσία υπήρξε δυναμική και οπωσδήποτε αισθητή στους συναδέλφους της.
Μετά τις εγκύκλιες σπουδές της φοίτησε στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, απ’ όπου πήρε το 1988 πτυχίο Οικονομικών Επιστημών της Σχολής Νομικών, Πολιτικών και Οικονομικών του Πανεπιστημίου, ενώ παράλληλα ολοκλήρωσε τις σπουδές της στις ξένες γλώσσες (Γαλλικά, Αγγλικά, Ιταλικά). Στη συνέχεια, παρέμεινε στην Αθήνα, παραδίδοντας μαθήματα γαλλικών και εργαζόμενη το 1990 στο οικονομικό τμήμα της Τράπεζας Societe Generale – Παράρτημα της Αθήνας, ενώ ταυτόχρονα προετοιμαζόταν για τις μεταπτυχιακές της σπουδές, τις οποίες έκανε στο Παρίσι με υποτροφία του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών.
Στο Παρίσι oι μεταπτυχιακές σπουδές της ήταν εξαιρετικές. Τις αναφέρω:
1. Μεταπτυχιακό δίπλωμα στην Ιστορία και τον Πολιτισμό του Βυζαντινού και Μεταβυζαντινού Κόσμου, του Πανεπιστημίου Paris I-Pantheon-Sorbonne, (1991): Les lois municipals de Cephalonie sous la domination venitienne (16w-18e siècle) – Oι εγχώριοι νόμοι της Κεφαλονιάς κατά τη διάρκεια της βενετικής κυριαρχίας (16ος-18ος αιώνας), 1991, 140 σελίδες.
Παράλληλα με την παρουσίαση και τη μελέτη του νομοθετικού υλικού της Βενετοκρατίας (1500-1797) που αφορά στην Κεφαλονιά – μέσα από υλικό ανέκδοτο στην πλειοψηφία του – η Ευτυχία αντιπαραβάλλει το υλικό αυτό με τις δημοσιευμένες ήδη συλλογές νόμων εκείνης της εποχής, αλλά και εξετάζει τα στάδια εξέλιξης των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών θεσμών του νησιού μέσα από το πρίσμα των καταγραφών διοικητικού περιεχομένου.
2. Μεταπτυχιακό δίπλωμα στη Δημογραφία και στις Κοινωνικές Επιστήμες, της Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales, (1993): Trajectoires collectives et individuelles de la “noblesse ionienne” (18eme-19eme siècle) – Συλλογικές και ατομικές πορείες της “επτανησιακής ευγένειας” (18ος-19ος αιώνας), 1993, 98 σελίδες.
Μέσα από την καταγραφή των συμπεριφορών δεκατεσσάρων οικογενειών της Κέρκυρας, της Κεφαλονιάς και της Ζακύνθου, η ερευνήτρια εξετάζει την πολιτική και την τακτική αυτών των ομάδων σχετικά με την επαγγελματική τους πορεία, την ανάδειξη και τη διαδοχή των μελών τους στα δημόσια αξιώματα, τις στρατηγικές ενδoγαμίας και τις διαδοχές στην πατρική κληρονομιά από το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα μέχρι και το 19ο αιώνα. Γενικότερα, σε αυτήν την εργασία της η Ευτυχία μάς έδωσε την κοινωνική κινητικότητα στα νησιά και την πορεία κάποιων ομάδων της επτανησιακής ελίτ, που, έχοντας τα προνόμιά τους από την εποχή της Βενετοκρατίας, αναδείχτηκαν για περισσότερο από δυο αιώνες σε ρυθμιστικούς παράγοντες της πολιτικής ζωής του τόπου.
3. Διδακτορικό δίπλωμα στην Ιστορία (ειδίκευση στην Ιστορική Δημογραφία), του Πανεπιστημίου Paris I-Pantheon-Sorbonne, 2000: La population des Iles Ioniennes (18e – 19e siècle) – Ο πληθυσμός των Επτανήσων (18ος– 19ος αιώνας), 2000, 3 τόμοι, 824 σελίδες. Πρόκειται για μια διδακτορική εργασία, που επικεντρώνεται στη δημογραφική πορεία και εξέλιξη των Ιόνιων Νησιών από τον τελευταίο αιώνα της Βενετοκρατίας μέχρι το 1907, σε μια περίοδο δηλαδή με αξιοπρόσεκτες μεταβολές στο μέγεθος και στη δομή του πληθυσμού.
Στο πρώτο μέρος της διατριβής της η Ευτυχία κάνει λόγο για τις μεταβολές του πληθυσμού και τους δημογραφικούς δείκτες. Μετά από μια σύντομη ανασκόπηση των δεδομένων της περιόδου από το 15ο έως και το 17ο αιώνα, προχωρεί σε παρουσίαση, ανάλυση και αξιολόγηση των πληθυσμιακών στοιχείων του 18ου και 19ου αιώνα. Ως πηγές χρησιμοποίησε τις εκδόσεις των Βενετών προβλεπτών, τις αναγραφές της βενετικής διοίκησης και τις καταγραφές της Βρετανικής Προστασίας καθώς και τις στατιστικές του ελληνικού κράτους για την περίοδο μετά την Ένωση (1864) έως το 1907. Σε αυτό το πρώτο μέρος εξετάζει και αναλύει τα ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού (κίνηση κατά ηλικία και κατά φύλο, πληθυσμιακή κατανομή κατά θρήσκευμα κ.λπ.), αλλά και δημογραφικά φαινόμενα, όπως η γεννητικότητα, η θνησιμότητα, η γαμηλιότητα κ.ά.
Στο δεύτερο μέρος της διατριβής η Ευτυχία παρουσιάζει και αναλύει τη γεωγραφική κινητικότητα του νησιωτικού πληθυσμού κατά το 18ο και 19ο αιώνα, αναφερόμενη στις εποικιστικές πολιτικές των Ενετών και των Βρετανών, εξετάζει τη γεωγραφική κατανομή και την πυκνότητα του πληθυσμού αλλά και ασχολείται με τη διαμόρφωση και εξέλιξη των οικισμών και τα γνωρίσματα των αστικών και αγροτικών πληθυσμών των οικισμών αυτών.
Τα τελικά συμπεράσματα της παραπάνω έρευνας μπορούν να συνοψιστούν στα εξής: Ο πληθυσμός των περισσότερων Ιόνιων νησιών παρέμεινε στάσιμος στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα• κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του 19ου αιώνα αυξήθηκε, χάρη στη μεταναστευτική πολιτική της Βρετανικής Προστασίας και την πολιτική συγκυρία της εποχής, που ευνόησε μετακινήσεις από και προς τον ελλαδικό χώρο και τη Μ. Ασία. Μετά τα μέσα του 19ου αιώνα εντάθηκαν οι μεταναστευτικές ροές προς τις ελληνικές περιοχές και τα εξωελλαδικά αστικά κέντρα και στη συνέχεια σε υπερατλαντικό επίπεδο.
Στο πλαίσιο του κύκλου των μεταπτυχιακών και διδακτορικών της σπουδών πραγματοποίησε έρευνες σε αρχεία και βιβλιοθήκες της Ελλάδας, της Γαλλίας, της Μ. Βρετανίας και της Ιταλίας. Παράλληλα, κατά διαστήματα χρημάτισε ανταποκρίτρια στο Παρίσι της εφημερίδας Πειραϊκή Πολιτεία και εργάστηκε ως συνεργάτιδα του Συμβουλίου Δήμων και Περιφερειών της Ευρώπης (C.C.R.E.) στο Παρίσι, με αντικείμενο τη μετάφραση και τον έλεγχο ευρωπαϊκών προγραμμάτων και τη σύνταξη εκθέσεων αξιολόγησης.
Μετά τη λήψη του διδακτορικού της η Ευτυχία Κοσμάτου πήρε πτυχίο Παιδαγωγικών Σπουδών της Παιδαγωγικής Τεχνικής Σχολής – ΣΕΛΕΤΕ, ενώ παρακολούθησε στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο τη θεματική ενότητα «Ανοιχτή εξ αποστάσεως εκπαίδευση». Δίδαξε από το 2001-2004 στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο (θεματική ενότητα Ελληνική Ιστορία του προγράμματος Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό στη Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών), ενώ παράλληλα κατά τα σχολικά έτη 2001-2003 δίδασκε οικονομικά μαθήματα σε Σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και σε δημόσια Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΙΕΚ) στην Αθήνα και τον Πειραιά. Κατά το 2002-2003 συμμετείχε ως επιστημονική συνεργάτιδα στην Ομάδα Ιστορίας του προγράμματος Εκπαίδευση Μουσουλμανοπαίδων του Πανεπιστημίου της Αθήνας υπό τη διεύθυνση της Άννας Φραγκουδάκη, ενώ κατά το ακαδημαϊκό έτος 2003-2004 δίδαξε (Π.Δ. 407/1980) και στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (Ευρωπαϊκή και Ελληνική Οικονομική Ιστορία στο τμήμα Οικονομικών Επιστημών της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών). Τέλος, κατά το 2002 συμμετείχε σε ερευνητικό πρόγραμμα του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών για την καταγραφή αρχειακού υλικού σχετικού με την οικονομική και κοινωνική ιστορία της Ιθάκης για την περίοδο της Βενετοκρατίας.
Παράλληλα, η Ευτυχία συμμετείχε με ανακοινώσεις της σε επιστημονικά Συνέδρια και δημοσίευε μελέτες της σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά, με θέματα κυρίως Οικονομικής Ιστορίας και Δημογραφίας. Αναφέρουμε τις κυριότερες ανακοινώσεις της σε Συνέδρια, δίνοντας ταυτόχρονα μια περίληψη των ανακοινώσεων αυτών:
1. «Το μέγεθος των επτανησιακών νοικοκυριών στις αναγραφές του 18ου και 19ου αιώνα», στη συνάντηση «Τοπική Ιστορία και ζητήματα Ιστοριογραφίας», Λευκάδα 18-20 Σεπτεμβρίου 1997. – Δημοσιεύτηκε στην περιοδική έκδοση της Ιόνιας Εταιρίας Ιστορικών Μελετών Περί Ιστορίας, τχ. 4, σσ. 65-95. Η εργασία αυτή καταγράφει την εξέλιξη του μεγέθους των επτανησιακών νοικοκυριών κατά το 18ο και 19ο αιώνα, εξετάζοντάς τα με κριτήρια κοινωνικά (νοικοκυριά ευγενών, αστών, γηγενών ή μεταναστών), θρησκευτικά (νοικοκυριά ορθοδόξων, καθολικών) και γεωγραφικά (αστικά, αγροτικά νοικοκυριά). Έτσι, κατασκευάζεται μια «τυπολογία», βάσει της οποίας συνάγονται συμπεράσματα για την επίδραση της μετανάστευσης, της κοινωνικής ομάδας προέλευσης και της γεωγραφικής διασποράς των νοικοκυριών.
2. «Οι δημογραφικές εξελίξεις στα Επτάνησα (1870-1907)», στο Συνέδριο «Η ζωή και το έργο του Ιωάννη Α. Βαλαωρίτη», που διοργανώθηκε από το Πανεπιστήμιο του Πειραιά και τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Λευκάδας, Λευκάδα, 12-15 Οκτωβρίου 2000. Η εργασία αυτή καταγράφει και εξετάζει τα πληθυσμιακά μεγέθη των Ιόνιων νησιών κατά τη σαραντάχρονη περίπου περίοδο 1870-1907. Η σύνδεση των δημογραφικών δεικτών με παράγοντες και στοιχεία, όπως είναι η εσωτερική κινητικότητα, η εξωτερική μετανάστευση και οι ιδιαιτερότητες των τοπικών κοινωνιών, οδηγούν την ερευνήτρια στα εξής συμπεράσματα: σε αντίθεση με τη δυναμική εξέλιξη του επτανησιακού πληθυσμού κατά την περίοδο της Βρετανικής Προστασίας (1815-1864), μετά την Ένωση παρατηρείται επιβράδυνση των ρυθμών αύξησης και κυρίως στασιμότητα στο διάστημα 1896-1907. Οι σημαντικές αποκλίσεις των τάσεων μεγέθυνσης των αστικών και αγροτικών πληθυσμιακών ομάδων σχετίζονται με πολιτικές και οικονομικές συγκυρίες.
3. «Η τύχη των βενετικών ηπειρωτικών κτήσεων», στη Διημερίδα «Επτάνησος Πολιτεία (1800-1807): τα μείζονα ιστορικά ζητήματα», που διοργανώθηκε από τα ΓΑΚ-Αρχεία Νομού Κέρκυρας, την Αναγνωστική Εταιρία Κέρκυρας και τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κέρκυρας, Κέρκυρα, 18-19 Νοεμβρίου 2000 – Δημοσιεύτηκε στα Πρακτικά της Διημερίδας, έκδοση ΓΑΚ-Αρχεία νομού Κέρκυρας, 2001, σσ. 61-72. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα, αν και αγνοημένη, πλευρά της επτανησιακής ιστορίας: γίνεται αναφορά στο θέμα των πολιτικο-οικονομικών σχέσεων των Επτανήσων με τα πρώην εξαρτήματά τους, τη Βόνιτσα, την Πρέβεζα και την Πάργα μετά την ίδρυση της Επτανήσου Πολιτείας και θίγονται διπλωματικά ζητήματα καθώς και η γεωγραφική κινητικότητα των πληθυσμών και από τις δυο πλευρές του Ιονίου.
4. «Πληθυσμιακά μεγέθη και γεωγραφική κινητικότητα στα Επτάνησα (18ος-19ος αιώνας)», στο Ζ’ Πανιόνιο Συνέδριο, Λευκάδα, 26-30 Μαΐου 2002. – Δημοσιεύτηκε στα Πρακτικά του Συνεδρίου, τ. Β΄, Αθήνα 2004, σσ. 349-370. Στην εργασία αυτή γίνεται λόγος για τη γεωγραφική κινητικότητα και τα μεταναστευτικά ρεύματα από χώρες της Ευρώπης και περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας προς τα Επτάνησα κατά το 18ο και 19ο αιώνα, μετά από μια σύντομη αναφορά στις προηγούμενες περιόδους. Καταγράφονται μάλιστα οργανωμένες και μαζικού χαρακτήρα μετακινήσεις πληθυσμιακών ομάδων και εξετάζονται οι επιδράσεις της εσωτερικής και της υπερατλαντικής μετανάστευσης των Επτανησίων στις τοπικές νησιωτικές κοινωνίες.
5. «Από την πολιτειογραφία στην ιστορική δημογραφία», στο Δ’ Διεθνές Συνέδριο Ιστορίας με θέμα « Ιστοριογραφία της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας (1833-2002)», Αθήνα, 29 Οκτωβρίου- 3 Νοεμβρίου 2002. – Δημοσιεύτηκε στα Πρακτικά του Συνεδρίου. Εδώ παρουσιάζεται η συμβολή του κλάδου της ιστορικής δημογραφίας στην ελληνική ιστοριογραφία. Στις αρχές του 19ου αιώνα οι κυβερνητικές στατιστικές αποτέλεσαν αντικείμενο δημογραφικής εξέτασης, ενώ τον υπόλοιπο 19ο αιώνα έως και τις αρχές του 20ού αιώνα υπήρξαν από διάφορους μελετητές ιστορικογεωγραφικές προσεγγίσεις περιορισμένης όμως θεματικής εμβέλειας. Από το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα άρχισαν να δημοσιεύονται εργασίες, που πραγματεύονταν την εξέλιξη και τη διασπορά των ελληνικών πληθυσμών και τα μεταναστευτικά φαινόμενα, χρησιμοποιώντας δημογραφικές μεθόδους ανάλυσης. Επισημαίνεται πάντως η δυσκολία προσέγγισης και αξιοποίησης των σχετικών ελληνικών αρχειακών πηγών, καθώς οι τελευταίες χαρακτηρίζονται από διασπορά, ασυνέχεια και χαμηλή κάποτε ποιότητα – στοιχεία που συνιστούν ανασχετικούς παράγοντες για την έρευνα της ιστορικής δημογραφίας στη χώρα μας.
Είναι προφανές ότι η Ευτυχία Κοσμάτου άνοιγε παραμελημένα μέχρι εκείνο τον καιρό πεδία της ιστοριογραφίας. Μέσα από την ιστορική δημογραφία έφερνε στο φως θραύσματα της κοινωνικής πραγματικότητας του παρελθόντος και προχωρούσε σε μια ιστορία των συμπεριφορών και των νοοτροπιών. Έτσι, θεωρούμε ότι η Ευτυχία ως ερευνήτρια, ως ιστορικός, στο χώρο της παραγωγής επιστήμης σημαίνει κάτι πολύ περισσότερο και πολύ πιο σύνθετο από τα όσα παραπάνω αναφέραμε, τα οποία πρόλαβε να γράψει και να μας αφήσει.
Αναμφισβήτητα κρίνεται σοβαρή η συμβολή της Ευτυχίας Κοσμάτου στην ιστορική έρευνα και ιδιαίτερα στην ιστορική δημογραφία, καθώς ανέδειξε διευκρίνισε και προώθησε ζητήματα του επτανησιακού χώρου, άφησε γερή παρακαταθήκη, η αξιοποίηση της οποίας από τους σημερινούς και αυριανούς ιστορικούς μελετητές θα είναι, μεταξύ των άλλων, και φόρος τιμής στην προσφορά και τη μνήμη της.
ΠΕΤΡΟΣ ΠΕΤΡΑΤΟΣ
Θέατρο «Κέφαλος», 8-7-2017, ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΙΚΙ