Ο ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ ΜΙΑ ΠΑΛΙΑ ΠΕΡΑΧΩΡΙΤΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Ο Περικλέτος – Περικλής Ταμίζιος ή Ταμίζιγος- ήταν ο καραγκιοζοπαίχτης εκείνος που με τον Καραγκιόζη του διασκέδαζε ολόκληρο το νησί για πάρα πολλά χρόνια. Είχε προσωπικό χιούμορ και αυτοσχεδίαζε πάρα πολύ εύκολα. Οι βραδιές καραγκιόζη με τον Περικλή ήταν το καλλιτεχνικό γεγονός μιας εποχής. Τους κάνανε διάφορα αστεία, μα τα δεχόταν στωικά μάλλον βοηθούσε κι ο ίδιος να δημιουργηθεί ανάλογο κλίμα. Τις φιγούρες που κινούσε στο πανί τις φιλοτεχνούσε μοναχός του.
Σε κείνους που πρόσφεραν στον λαϊκό πολιτισμό του πέρα χωριού και της Ιθάκης γενικότερα πρέπει να κατατάξουμε και τον αείμνηστο Περικλέτο. Κι ακόμη πρέπει να τονίσουμε-και τούτο είναι το σημαντικότερο- ότι ο Περαχωρίτης αυτός κατάφερνε να σκορπίζει απλόχερα, σε χαλεπούς καιρούς, το μεγαλύτερο αγαθό που μπορεί να ξελαφρώσει την ανθρώπινη ψυχή από τα βάσανα: το γέλιο!
Είναι γνωστό ότι το θέατρο σκιών είχε γνωρίσει πολύ παλιά μεγάλες δόξες. Οι ρίζες του-βαθιά στο χρόνο- βρίσκονται στην Κίνα, στην Ιάβα, στο Σιάμ και σε άλλες χώρες της Άπω Ανατολής. Σε πολλά μέρη εκεί οι παραστάσεις αποτελούσαν μέρος νεκρώσιμων τελετών. Γιατί, αρχικά, το θέατρο των σκιών ήταν θρησκευτικής υφής και σημασίας, τα μυστήρια των Ανατολικών θρησκειών χρησίμευαν σαν θέματα για τις παραστάσεις αυτές.
Αργότερα η σειρά της παράστασης είχε πρόλογο, κύριο δράμα και σατυρικό επίλογο. Στα μοναστήρια που ζούσαν Δερβίσηδες και ακόμα αργότερα σε τελετές του Ραμαζανιού, τα έργα πήραν ηθικοπλαστικό χαρακτήρα και ο καραγκιόζης (καρά-γκιόζ= μαύρα μάτια) κατά την ελληνική μετάφραση μαυρομάτης, ήταν ένας ας πούμε αμαρτωλός και βωμολόχος, που ακολουθώντας τις συμβουλές (!) του Χατζηαβάτ (Χατζή Αιβάτ) μετάνιωνε τελικά και γινόταν καλύτερος.
Από την Ανατολή, ο καραγκιόζης έφτασε στην Ελλάδα με την Τουρκοκρατία και… εξελληνίστηκε! Εδώ υπάρχουν πολλές διασταυρούμενες και αλληλοσυγκρουόμενες πληροφορίες για την διάδοση και τροποποίηση του καραγκιόζη για τα Ελληνικά μέτρα… Πάντως, για να μη περιττολογούμαι, στον Πειραιά έφερε τον καραγκιόζη το 1860 κάποιος ονόματι Βραχάλης, που αφού έδωσε αρκετές παραστάσεις σε ένα καφενείο μετέφερε το θέατρο των σκιών και στην Αθήνα.
Στην Ελλάδα, λοιπό, ο καραγκιόζης «αγκαλιάστηκε» από το λαό, γιατί τα πρόσωπα που κινιόταν στην οθόνη ήταν από τον Ελλαδικό χώρο, όπως ο σιόρ Νιόνιος Επτανήσιος, ο μπάρμπα – Γιώργος Ρουμελιώτης, ο Μορφονιός ψευτοδιανοούμενος, ο Σταύρακας Κουτσαβάκης, παράλληλα λάβαιναν μέρος ο Βελιγκέκας, πασάδες, Βεζύρηδες, βεζυροπούλες, κ.α. διάφοροι, για την διάνθηση της παράστασης και για να διακωμωδηθεί το τούρκικο στοιχείο ανάλογα. Έπαιρνε μέρος και ο … Μέγας Αλέξανδρος- σα λαϊκός ήρωας – και σκότωνε το «κατηραμένο» φίδι, σαν άλλος Αι Γιώργης με τον Δράκοντα. Το φίδι, στην προκειμένη περίπτωση, συμβόλιζε πάντα την Τουρκιά, το βλέπουμε άλλωστε και στο ιστορικό Μουσείο, στις σημαίες των Ελληνικών επαναστατικών κινημάτων, στα χρόνια που προηγήθηκαν της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, αλλά και αργότερα. Για τούτο ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν η ψυχή του Έλληνα μέσα από το χρόνο, ζωντανή πάντα και ακμαία, ου νικούσε και κατατρόπωνε το κακό.
Αφήνοντας όμως αυτή την ιστορική αναδρομή του καραγκιόζη, που έγινε εδώ για να πλαισιώσει τη «μορφή» του περίφημου και ανεπανάληπτου καραγκιοζοπαίχτη μας, του Περικλέτου, που σε πολλούς πολλά θα θυμίσει και άλλα τόσα θα έχουν να διηγηθούν από τα χωρατά του, θα προσθέσουμε και λίγα ακόμα λόγια για τα παιδιά του Πέρα Χωριού, που μετά το 1950 και 1960, προσπάθησαν να κινήσουν με τον τρόπο τους φιγούρες στο πανί για να διασκεδάζουν τους συνομήλικους και ακόμη πιο «δημιουργικά» να αυτοσχεδιάζουν, κάνοντας το μικρόκοσμο του Πέρα Χωριού να ξεκαρδίζεται στα γέλια, όπως κατάφερνε ο Νιόνιος Μανιάς (Μαγγελάνος)που, σύμφωνα με διηγήσεις παλιών παιδικών του φίλων, αφού τελείωνε η παράσταση, πρόσφερε και… επίκαιρα!!!
Τώρα, τι ήταν αυτά τα «επίκαιρα» καλύτερα να αποφύγουμε εδώ την περιγραφή… Τα πιτσιρίκια, πάντως, δε απομακρύνονταν πριν παρακολουθήσουν και τα επίκαιρα του Νιόνιου! Επίσης, ο Νιόνιος Καχρίλας (Τσιμπούρης) έδωσε με τη σειρά του καλές και διασκεδαστικές παραστάσεις και στη δεκαετία του ‘ 60 ο Νιόνιος Γρίβας και Βασίλης Σιμήρης, στο κάτω χωριό, συμπλήρωσαν αυτό το κύκλο που άφησε εποχή.
Κατόπιν ήρθε η τηλεόραση που έμπασε τον μικρόκοσμο σε άλλους «πλανήτες» πράγμα που έκανε να ξεχαστεί ο παλιός αυτός διασκεδαστικός τρόπος, μιας παράδοσης που διεμόρφωσε διασκεδάζοντας και διέπλασε γενιές και γενιές.
ΡΙΤΑ ΤΣΙΝΤΙΛΗ-ΒΛΗΣΜΑ