Ο ΛΟΦΟΣ ΤΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΡΕΙΘΙΑ ΤΗΣ ΙΘΑΚΗΣ

ΟΙ ΕΘΝΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ ΣΤΟ ΗΡΩΟ ΠΛΑΤΡΕΙΘΙΑ

Διάδημα, λες, του Πλατρειθιά και κιβωτός των αξιών του, ο λόφος των Ταξιαρχών. Η εκκλησία, το σχολείο, το Ηρώον, το Νεκροταφείο. Η ανάταση και η λατρεία, η πρώτη γνώση, η δόξα της θυσίας, η προσδοκία μιας άλλης ζωής, οι θείες υπερβάσεις, σημαίες στα πανύψηλα κυπαρίσσια. Ήταν ό,τι έκλεισε απ’ το Θιάκι η τελευταία μου ματιά, όταν φεύγοντας με το Αγγέλικα για το πρώτο μου μπάρκο, στρίψαμε στον κάβο της Κυράς κι όλα τα σκέπασαν τα βουνά και τα δάκρυα. Μ’ εκείνους τους φλόκους των εικόνων και των αναμνήσεων αρμένισα έκτοτε στη ζωή και τα πέλαγα.

Οι συλλογικές χαρές και λύπες, οι μνήμες του σχολειού και της εκκλησίας δεμένες με τους ήχους του σχολικού κουδουνιού και της καμπάνας των Ταξιαρχών… Κι ήταν ακόμα οι συναυλίες των κοπαδιών που περιδιάβαζαν κουδουνίζοντας το χώρο ανακατεμένες με τα κελαηδήματα των πουλιών, έτσι όπως πετώντας τραβούσαν τα δοξάρια τους σε άυλα βιολιά και δακτυλάγγιζαν άφαντους αυλούς! Στο φόντο εκείνων των ήχων οι Αφάλες με το δικό τους απόκοσμο ηχάκουσμα που κυμαίνονταν σ’ όλο το νανουριστικό πιανίσιμο της μπουνάτσας. Ο θαλασσοπορθμός ανάσαινε και ζούσε διατρανώνοντας και διασταυρώνοντας το μεγαλείο της συνεισφοράς του στο ανάσασμα της ζώσας δημιουργίας έτσι όπως αναδυόταν απ’ τα έγκατά του κι αποτυπωνόταν ηχητικά σε κείνο το χώρο!

Εκείνος ο λόφος των ανατάσεων κάθε τόσο ζωντάνευε και πλημμύριζε από κόσμο που ανέβαζαν τα μονοπάτια και τα λιθόστρωτα ατενίζοντας τα μεγάλα και μικρά, τα καλά και τα κακά. Εκεί οι σχολικές και θρησκευτικές γιορτές, εκεί η ζωή με το θάνατο χόρευαν στους ατέρμονες κι αέναους κύκλους της κολυμπήθρας και των τάφων. Σ’ εκείνο το ιερόμορφο τρίγωνο της εκκλησίας, του σχολείου και του ηρώου μαζεύονταν η νεολαία του Πλατρειθιά στις γιορτές του σαράντα (1940), στις γιορτές της νίκης. -Αφού οι Καμπάνες του Ταξιάρχη δεν σπάσανε, τότε, που πέφτανε μια – μια οι Βορειοηπειρώτικες πολιτείες, δε θάσπαγαν ποτέ, λέγαμε στο διάβα των χρόνων όσοι ευδοκήσαμε να ζήσουμε στιγμές εθνικής έξαρσης κι υπερηφάνειας τυλιγμένους στους ήχους της καμπάνας. Ήταν τότε που τα Πλατρειθιωτάκια κι αμέτρητα Σαραντιωτάκια και Φρικιωτάκια διαλάλησαν τα ευφρόσυνα νέα μ’ ατέλειωτα, ασυνάρτητα χτυπήματα που έσπασαν το φράγμα του ήχου και ταυτόχρονα κάθε φραγμό εκκλησιαστικής τάξης, έτσι όπως την είχε επιβάλλει ο παπά – Κώστας κι ο επίτροπος μπάρμπα – Γιάννης ο Καρπετσίνης. Ήταν τότε που ο Μίμης ο Κωστήρης ο Μιχάλης του παπά τα πατρικάκια κι η παρέα τους, σκαρφάλωσαν με κοντάρια και σημαίες στο καμπαναριό, σε μια συμβολική κατάκτηση των κορυφών της δόξας, ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο. Στιγμές μοναδικές, θαμμένες σπίθες στη χόβολη του χρόνου που σαν αναδευτούν πνέουν γλυκιές αναμνήσεις. Στιγμές μοναδικές που κεντούν ανεξίτηλα το άσβεστο είναι σου στο χώρο!

Εκεί, στις μέρες των εθνικών γιορτών ξεδιπλώνονταν τα λάβαρα κι οι σημαίες, υψώνονταν τα σύμβολα και τα εξαπτέρυγα, παρέλαυναν οι φουστανέλες και οι κοτσιδάτες Αμαλίες της μιας μέρας! Μια φορά το χρόνο, γύρω στο Φλεβάρη, η μόδα του 1821 κυριαρχούσε στους μοδιστικούς οίκους του Καρπετσιναίικου και του Πουλακιδαίικου στον Πλατρειθιά όπου ράβονταν πλισάτες φουστανέλες, πλουμιστά γιλέκα και φέσια με παχιές φούντες. Εκεί, στο κακοτράχαλο γήπεδο του σχολειού στην κορυφή του λόφου, στο τριανέμι, οι μαρτιάτικες σχολικές παρελάσεις με τα παιδιά παραγεμισμένα με μπλούζες για να μην αληκοτήσουνε και γυρίσουνε νιφετάδα με τη σημαία ν’ απογειώνεται απ’ το στρογάρμπι, να συμπαρασύρει και ν’ αναρριπίζει μνήμες και θυσίες εθνικές! Εκεί επάνω άνοιγαν οι κρούνοι της καρδιάς κι αποδεσμεύονταν δάκρυα πολύτιμα που πότιζαν την τέφρα και θέριευαν τους αναγεννώμενους Φοίνικες. Εκεί ο παπά – Κώστας – άνθρωπος παραβίαζε μονίμως το τυπικό της εκκλησίας με ξεσπάσματα άκρατης συγκινησιακής φόρτισης – τα γνωστά σε όλους μας γρομπαρίσματα – που πρόδιδαν την απόλυτη μέθεξη κι ευαισθησία για όσα, έστω και στερεότυπα, διαδραματίζονταν.

Στη μεγάλη Δοξολογία στον Ταξιάρχη, γεμάτη με κόσμο, με τις μανάδες και τους πατεράδες να καμαρώνουν τους αρματωλούς ή τους κλέφτες των ονείρων τους και τις Σουλιώτισσες των καρδιών τους! Με τις Δασκάλες φορτισμένες και περήφανες για την προσφορά τους στη μεγάλη γιορτή! Γιορτή θυσίας, ανάτασης και υπόμνησης. Με τους πολυελέους μ’ όλα τα κεριά τους αναμμένα να αιωρούνται γιορταστικά κάτω απ’ τον θόλο στο άγγιγμα του καλαμιού του ισόβιου σχεδόν επίτροπου και καντηλανάφτη, του Γιάσονα. Με τα καντήλια και τα κηροπήγια με τις ασπρογάλαζες κορδέλες, τα φρέσκα λουλούδια στις θείες εικόνες και τις δάφνες απ’ τη μοναδική δάφνη του δάσκαλου τ’ Αντρέα στην Κολλιερή. Και με κάποιες δάφνες για το Ηρώον πασπαλισμένες απ’ την Χρυσόστομη, τη Θελκτική και τη Ντίντη με δημιουργική ευαισθησία, αγάπη και στέρηση του ανύπαρκτου προσωπικού οβολού με χρυσόσκονη ή ασημόσκονη αγορασμένη απ’ τις προθήκες ή τις φιάλες δυσεύρετων αγαθών του μπάρμπα – Μιλτιάδη του Κουβαρά.

10376293_787530341281641_5458935998919519076_n

Οι αρχές της Κοινότητας Πλατρειθιά στο Ηρώον: Παπά-Κώστας Βαρβαρήγος, η δασκάλα Τέτα Ανδριανάτου, ο δάσκαλος Διονύσης Μαρκάτος των Φρικών και οι τότε Τελώνης και Ανθ/ρχος Χωροφυλακής Φρικών.

Το Ηρώον των πεσόντων στον Πλατρειθιά ήταν απέριττο κι απλό με μια αρχαϊκής σύλληψης μπρούτζινη πλάκα του γλύπτη Φερεντίνου, όπου η Δόξα έτεινε τον κότινο στους πεσόντες (1). Ο Πλατρειθιάς είχε το θλιβερό όσο και τιμητικό προνόμιο να θρηνήσει στη νεότερη πορεία του Έθνους τη θυσία εννιά παιδιών του, που κείνα τα χρόνια τιμούσαν όχι μόνο οι Πλατρειθιώτες αλλά και οι Ξωισάνοι και οι Σταυριώτες παλαιοί πολεμιστές που κατέθεταν τη δική τους δάφνη τιμής. Ανάμεσα τους παιδιά – αρχαϊκής, ηρωΪκής κοπής – που άκουσαν το προσκλητήριο στην Αυστραλία και ήλθαν (ασύληπτη πράγματι προσφορά καρδιάς και ψυχής!) να πολεμήσουν για την πατρίδα. Μου μένει αξέχαστη εκείνη η Ξωισάνικη πομπή που κατηφόριζε στο λιθόστρωτο με τα λάβαρα, τη σημαία και το στεφάνι της και σημαιοφόρο τον μπάρμπα – Μιχάλη τον Καλφάκη, ανασυντάσσονταν στις Λίμνες κι έπαιρνε τη θέση της στο χώρο του Ηρώου σύμφωνα με το πρωτόκολλο του μπάρμπα – Φτύμιου του Γαβρίλη που επεξέτεινε τις επιτροπικές του αρμοδιότητες από την εκκλησία στο Ηρώον. Στα παιδικά μου μάτια, εκείνη η πομπή των βετεράνων των πολέμων της Εξωής έπαιρνε τη διάσταση της διαχρονικής πορείας των φρουρών του Έθνους και με παρέπεμπε συνειρμικά σε ζωντανεμένες εικόνες των σελίδων της Ιστορίας μας!

Untitled-5 copy

Περήφανη η δασκάλα η Τέτα Ανδριανάτου με «ένδοξα» μαθητούδια της εποχής.

Στον κυκλικό υπερυψωμένο χώρο του Ηρώου που φάνταζε να αιωρείται ανάμεσα σε γη και ουρανό κρεμασμένο απ’ τις σημαίες, τους λιβανωτούς και τα πελώρια φοινικόκλαδα που το στόλιζαν αψιδωτά, μπαίναν οι παπάδες μ’ επικεφαλής τον Παπά – Κώστα, οι Πρόεδροι μ’ επικεφαλής τον Μποκολή, οι ψαλτάδες, ο Σταθμάρχης της Χωροφυλακής Φρικών, ο Τελώνης, οι αγροφύλακες (όλοι με καλογυαλισμένα κομπιά), οι Δάσκαλοι, οι Σημαιοφόροι κι οι συγγενείς των τιμωμένων Νεκρών. Όλοι εκεί οι τιμόντες, οι τιμώμενοι, οι τίμιοι και οι άτιμοι, όπως το εξέφραζε η σοφία και το χιούμορ του μπάρμπα – δάσκαλου του Αντζουλέτου.

bloggif_550941fcd193e
1938. Πλατρειθιώτες πεσόντες υπέρ πατρίδος έτσι όπως απεικονίστηκαν σε καρτ ποστάλ εποχής.

Εκεί, σε κείνο το λόφο, τα ιερά λόγια της πίστης κι αφιέρωσης στην Πατρίδα, οι ψαλμοί της εκκλησιαστικής σοφίας, η παλλόμενη από συγκίνηση αναφορά των ονομάτων των πεσόντων, το ιερό και φοβερό προσκλητήριο των ψυχών: [Μαχόμενοι ηρωικά έπεσαν υπέρ Πατρίδος: Γαβρίλης Ιωάννης εις Καστοριάν, Ραυτόπουλος Παναγής εις Λαχανάν, Κουτσουβέλης Γεράσιμος εις Άνω Τζουμαγιάν, Αμάραντος Ευστάθιος εις Πρέβεζαν, Μακρής Απόστολος εις Πρέβεζαν, Βαρβαρήγος Ευθύμιος εις Πρέβεζαν, Κωστόπουλος Διονύσιος εις Πρέβεζαν, Καλλίνικος Κωνσταντίνος εις Θεσσαλονίκηςν, Προσαλέντης Ευστάθιος εις Αλβανίαν και Νικόλαος Κασφίκης εις Λευκάδα.] Οι πνιγμένοι λυγμοί των συγγενών, η εικόνα του βωβού και δακρυσμένου πλήθους, το θρόισμα των σημαιών και των λαβάρων, συνέθεταν τη Μαρτιάτικη Ηρωική συμφωνία στο Λόφο! Σαν επωδό, εκείνη η συμφωνία είχε πάντα τον Εθνικό ύμνο ψαλμένο απ’ την αυτόκλητη κι αυτοδίδακτη χωριάτικη χορωδία του Πλατρειθιώτικου πλήθους.

Πάντα κάποιος Δάσκαλος εκφωνούσε τον πανηγυρικόν και κάποιος καλός μαθητής με καλή άρθρωση και τυποποιημένο ηρωικό ύφος απάγγειλε κάποιο ποίημα της σχολής των επτανησίων ποιητών, χωρίς να απολείπουν και τα απρόοπτα της τελετουργίας. Ήταν καλοθύματα μετά το 1945 που ξεπρόβαλλε απ’ το μικρό πλήθος, πανύψηλος κι επιβλητικός, ο μπάρμπα – Πάνος ο Σπηλιάτσος. Στεκόταν συντετριμμένος σε στάση προσοχής μπροστά στους Ήρωες και απάγγειλε, με παλλόμενη φωνή και δάκρυα στα μάτια, το δικό του έμμετρο στους αγώνες του Έθνους που κατέληγε με μια ωδή στο στρατηγό Διονύσιο Ευμορφόπουλο, μια απ’ τις κορωνίδες της Θιακιάς εκπροσώπησης στο Έθνος. Από κείνο το μεγάλο ποίημα τρεις μόνο στροφές απόμειναν στη μνήμη του γιου του, του καπετάν – Σπύρου Λεκατσά – Σπηλιάτσου:

Πέτρα μου είσαι ιερόν,
Ηρώον σε ονόμασαν
και στην κορυφήν σου ακοίμητον
κανδήλι σου άναψαν.

Μου λείπουν λίγα γράμματα
που πρέπει να γραφτούνε
και η πατρίς και το νησί
βαθιά να σεβαστούνε.

Διονύσιον Ευμορφόπουλον
τον μέγαν στρατηλάτην
πούχε πατρίδα αθάνατον
την ξακουστή Ιθάκην.

25 Μαρτιου 1954 Πλατρειθια Ιθακης.

25 Μαρτίου 1955. Πλατρειθιας Ιθακης Μαθητές και μαθήτριες των Δημοτικόν Σχολείων Εξωγής, Πλατρειθια και Φρικων με τους Δασκάλους τους Τετα Ανδριανατου και Διονύση Μαρκατο στην κατάθεση στεφάνων στο μνημείο των πεσόντων

Ακολούθησε η κατάθεση στεφανιών. Εκ μέρους της Κοινότητας Πλατρειθιά, το δάφνινο στεφάνι κατέθετε πάντα ο Ανδρέας του Λάμπρου με την στερεότυπη προσφώνηση:  -Σε σας ηρωικές μορφές που προσφέρατε τη ζωή σας στον βωμό της Πατρίδας, η Κοινότης Πλατρειθιά καταθέτει τον δάφνινο τούτο στεφάνι σε ένδειξη τιμής κι ευγνωμοσύνης. Οι Ξωισάνοι χρησιμοποιούσαν πάντα δωρικότερες εκφράσεις, οι Σταυριώτες κομπιάζονταν που δόξαζαν Πλατρειθιώτες, κι ακολουθούσαν τα Σχολεία, το Τελωνείο και η Χωροφυλακή Φρικών…

Κι ενώ κόντευε η γλυκιά ώρα του ανοιξιάτικου μεσημεριού, τα λαϊπόδια, τα σπάρτα, οι μερσίνες και τ’ αγριολούλουδα απέβαλαν στο πυράκτωμα του ήλιου τον μανδύα της πρωινής πάχνης αφήνοντας απροκάλυπτα τ’ άρωμά τους να ξεχυθεί και ν’ αναμειχθεί με το λιβανωτό του Ηρώου  πούκαιγε σ’ ένα στρατιωτικό κράνος στη διάρκεια της τελετής! Ανέβαιναν, οι λιβανωτοί και τ’ αρώματα, προσφορά στους Θεούς και τους Ήρωες πούχαν αγγίξει με ψυχή οι Πλατρειθιώτες, έστω για λίγο, στη μέθεξη με το εθνικό και το θείο στο Ηρώο, στο Λόφο των Ταξιαρχών, κάπου εκεί το σωτήριο έτος 1945, 1949 ή το 1950, κάθε Οκτώβρη και Μάρτη.

  • Κλάπηκε από νεοέλληνες πριν κάποια χρόνια.

Πληροφορίες, επιβεβαιώσεις αείμνηστοι: Ανδρέας Αναγνωστάτος και Σπύρος Αλεξανδράτος, Σπύρος Λεκατσάς και Τζοβενία Βαρβαρήγου.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΪΖΗΣ – ΔΑΝΙΑΣ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Time limit is exhausted. Please reload the CAPTCHA.