ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΥΠΗΡΞΕ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ

Μια συνέντευξη του τότε που σήμερα εξακολουθεί να είναι επίκαιρη γιατί και πάλι θύμα της είναι ο απλός λαός

Το 1999, ο «Εθνικός μας δημοσιογράφος», ο «μεγάλος Έλληνας δημοσιογράφος», ο  «μαχητής της ελληνικής δημοσιογραφίας της Ουάσιγκτον», όπως τον αποκαλούν, ο Λάμπρος Παπαντωνίου μου ζήτησε να απαντήσω σε μια σειρά από βασικά ερωτήματα για την παγκόσμια πολιτική κατάσταση.

Μέσα από την συνέντευξη βλέπει κανείς ότι από τη δεκαετία του 1980,  άρχισα να χτυπάω καμπανάκι συναγερμού και να προειδοποιώ για ένα εξαντλημένο σύστημα που βρίσκεται στη «νεκρά κλίνη».  Είχα παρατηρήσει τότε την κρίση που διέρχεται το σύγχρονο σύστημα. Οι ασθένειες και τα βάσανα του κόσμου θα μεγαλώνουν καθημερινά:  η ανεργία, ή άσχημη στέγαση, η κακή διατροφή, η πείνα και η στέρηση της  ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, τα ναρκωτικά, τα κοινωνικά προβλήματα, η μιζέρια, η φτώχια, η γκετοποίηση, οι πιστώσεις, και οι δυσκολίες επιβίωσης της  μεσαίας τάξης κ.τ.λ. Όλα αυτά, είχα διαπιστώσει, ότι θα ανάγκαζαν τον κόσμο να κρίνει τα πράγματα μέσα από εμπειρικές αναλύσεις και όχι ιδεαλιστικές.  Αιτία για όλα αυτά, είχα επισημάνει, ήταν η κρίση του κοινωνικο-οικονομικού-πολιτικού συστήματος.

Τώρα πια βλέπουμε την εξέλιξη αυτής της κρίσης, που είχα επισημάνει τότε, να αποτελεί τη σημερινή κατάληξη με τα βαρυσήμαντα γεγονότα που βιώνει η ανθρωπότητα.  Συγκεκριμένα, από τότε, είναι πλέον φανερό το αποτέλεσμα ότι, δηλαδή, η δυσλειτουργία του συστήματος με την παγκόσμια οικονομική κρίση, που δημιούργησε την ανεργία, την φτώχεια και την πείνα, έχει επιβαρύνει τη μεσαία και τις ασθενέστερες οικονομικές τάξεις, οι οποίες δεν μπορούν πλέον να διατηρήσουν το μέχρι τώρα επίπεδο επιβιώσεως.

‘Εκανα γνωστή την αντίληψη, μέσα από την θεώρηση της ρωσικής επανάστασης του 1917 και της κινεζικής επανάστασης του 1947, ότι η πολιτική έχει συντηρητικό χαρακτήρα.  Επισήμανα πως η Ρωσία και η Κίνα δημιούργησαν κρατικό καπιταλισμό.  Για την διατήρηση της δικής τους θέσης και των συμφερόντων τους, οι αρχές του κομματικού κράτους αναγκάστηκαν να εφαρμόσουν μια απαλλοτριωτική πολιτική για τις χαμηλότερες τάξεις.  Συγκεκριμένα, οι ελίτ της Ρωσίας, της Κίνας και των χωρών της πρώην Ανατολικής Ευρώπης εξομοίωσαν την κρατική ιδιοκτησία με τον σοσιαλισμό.  Στην περίπτωσή αυτή, ο Μαρξ, είχε επικρίνει τους αυτο-αποκαλούμενους ελευθερωτές του κόσμου, λέγοντας ότι «όλοι αυτοί νοιάζονται μόνο για την διασφάλιση των συμφερόντων τους».  Επιπρόσθετα, αναφέρθηκα στο ότι τα συμφέροντα της Δύσης εξυπηρετήθηκαν αγνοώντας τις εμπειρικές διαδικασίες στην πράξη και στις δύο χώρες, ειδικότερα στη Ρωσία.

Σήμερα, επαληθεύεται το φαινόμενο αυτό.  Ενώ η Ελλάδα έχει καπιταλιστικό σύστημα διακυβέρνησης, απεναντίας, οι Έλληνες πολιτικοί, στην Κυβέρνηση, αυτο-αποκαλούνται «αριστεροί», η «κομμουνιστές», η «σοσιαλιστές».  Τα Ευρωπαϊκά συμφέροντα εξυπηρετούνται αγνοώντας την εμπειρική διαδικασία στην πράξη ότι η Ελλάδα έχει μια καπιταλιστική Κυβέρνηση.  Και συμφωνούν με αυτή την εξ ολοκλήρου μη εμπειρική πρόταση περί «αριστερών».

 

Μέσα, λοιπόν, από την εμπειρική ανάλυση των σημερινών γεγονότων και καταστάσεων παρατηρούμε ότι κεντροδεξιές πολιτικές στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, γενικά, δέχονται και συμφωνούν με τη χρησιμοποιούμενη φρασεολογία  των ατόμων αυτών, που αυτο-αποκαλούνται «κομμουνιστές», η «αριστεροί».  Η σχολή των σχετικιστών, που αναφέραμε στην συνέντευξη, δίνει τη δυνατότητα να δούμε ότι οι Ευρωπαίοι χρησιμοποιούν το φόβο της «αριστερής» απειλής για την διατήρηση των συμφερόντων τους. Ίσως γνωρίζουν ότι τους αυτο-αποκαλούμενους «κομμουνιστές»,  ο Μαρξ τους αποκάλεσε: “Απλοικές και παιδαριώδεις φαντασίες».

Εντούτοις, όσο κι αν επιθυμούν να ενεργήσουν προς όφελος όλων των λαών τους, όσο κι αν προσπαθούν να πείσουν τους εαυτούς τους ότι ενεργούν μέσα από αυτές τις παραμέτρους, οι ηγέτες των κρατών, σε αυτή την περίοδο κρίσεων – όταν όλο και μεγαλύτερες μάζες προσβάλλονται από την κοινωνικοοικονομική εξαθλίωση – αναγκάζονται να εφαρμόσουν μια πολιτική που μεταφέρουν αυτή την εξαθλίωση πρώτα στις χαμηλότερες οικονομικές τάξεις των ξένων χωρών.  Με λίγα λόγια, γίνονται υπερασπιστές των πλουσίων, των εχθρών των φτωχών.

Απαντώντας στη συνέχεια, σε ερώτηση για τις διάφορες Σχολές πάνω στη θεωρία του Μαρξισμού, επικεντρώθηκα στην διάκριση μεταξύ του απολύτου και της σχετικιστικής προσέγγισης αναφορικά με την μελέτη των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών φαινομένων.  Σε αυτό το σημείο της συνέντευξης,  η επιχειρηματολογία μου συνίσταται η θεωρία του απολύτου αντιστηχούσε στην ιδεατή (ιδεολογική) έκφραση των ελίτ.  Παράλληλα, εξήγησα την ιδεολογία που κατασκεύαζαν και χρησιμοποιούσαν οι κυρίαρχες ελίτ για να χειραγωγούν τις μάζες μέσω της Απολυτότητας.  Βλέπουμε, αναλυτικά, πως οι ελίτ κατασκεύαζαν τις ιδεολογίες, που αποτελούσαν ωφελιμιστικά πρότυπα για να διατηρήσουν τα δικά τους συμφέροντα, δίνοντας ουτοπικές υποσχέσεις στις μάζες για συμμετοχή στην εξουσία. Ήταν, όμως, σίγουρες αυτές οι ελίτ ότι ποτέ δεν θα εκπληρωνόνταν τα αιτήματα των μαζών.

Σε αντίθεση με την απολυτότητα, παρατήρησα ότι, με βάση τη θεωρία της σχετικότητας, μπορούμε να προβούμε σε μια εμπειρική ανάλυση, προκειμένου να δούμε τη σχέση ανάμεσα στα συμφέροντα των ελίτ και των διαφορετικών ομάδων.  Βλέπουμε ότι με βάση τη θεωρία της σχετικότητας, οδηγούμαστε, μέσα από την εμπειρική πρόσβαση να μπορέσουμε να κατανοήσουμε ποια είναι η κατευθυντήρια δύναμη της σημερινής αλλαγής που βιώνουμε καθημερινά, ποια είναι η λειτουργία της πολιτικής και της ιδεολογίας και γιατί.

Σήμερα, βλέπουμε την ομοιότητα του αποτελέσματος.  Αυτά που επισημάναμε και αναλύσαμε τότε, συνεχίζουν να συμβαίνουν και σήμερα με μεγάλο θύμα τις λαϊκές μάζες που εκμεταλλεύονται τα κόμματα υποσχόμενα ότι θα ικανοποιήσουν τα αιτήματά της.  Ενώ, η τότε Φιλοσοφική Απολυτότητα ήταν η Πνευματική Πεμπτουσία της Φεουδαρχίας, σήμερα, η Πνευματική Πεμπτουσία του καπιταλισμού είναι η Επιστημονική Απολυτότητα.  Η θεωρία του επιστημονικού απολύτου αντιστοιχεί με την ιδεατή και επιστημονική έκφραση του συστήματος της βιομηχανικής ελίτ.

Οι ελίτ, όπως τότε, έτσι και σήμερα, έχουν κοινά συμφέροντα. Για να υποστηρίξουν και να διατηρήσουν αυτά τα κοινά τους συμφέροντα, χρειάζονται ωφελιμιστικά πρότυπα, πνευματικές πεμπτουσίες.  Αυτά τα ωφελιμιστικά πρότυπα είναι οι ιδεολογίες των ελίτ.  Αυτές κατασκευάζουν τις ιδεολογίες οι οποίες πηγάζουν απ’ ευθείας από το κίνητρο της προστασίας των συμφερόντων τους.  Αυτή την ιδεολογία πρέπει να υιοθετούν οι λαικές μάζες και να την ακολουθούν ώστε οι προνομιούχες ελίτ να δικαιολογήσουν και να διευθύνουν την διατήρηση αυτού του συστήματος.  Αυτή η ιδεολογία (η Πνευματική Πεμπτουσία) είναι η Επιστημονική Απολυτότητα, σήμερα.  Αυτή η ιδεολογία είναι το «θανατηφόρο δηλητήριο» του κάθε «αφελή» πολίτη που «αλληθωρίζει δεξιά και αριστερά» μη μπορώντας να έχει την δυνατότητα να ανατρέξει και να συγκρίνει θέσεις, αντιθέσεις και απόψεις για τα εθνικά μας θέματα, για τα εθνικά μας συμφέροντα και για την εθνική μας ανεξαρτησία.

Σε αντίθεση με την Σχολή θεωρίας της απολυτότητας που αναφέραμε, επικεντρώθηκα στη θεωρία της Σχετικότητας για να μπορούμε να δούμε τον συντηρητικό χαρακτήρα της πολιτικής, ποιοί κατασκεύαζουν τις ιδεολογίες και γιατί, και γιατί οι ελίτ δίνουν ουτοπικές υποσχέσεις.   Σήμερα, μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων θα δει ότι με βάση τη θεωρία της σχετικότητας, που αναλύω στην συνέντευξη, μπορεί κάποιος να προβεί σε μια εμπειρική ανάλυση και να εξηγήσει τη σχέση ανάμεσα στα συμφέροντα διαφορετικών ομάδων.  Να μπορούν να βλέπουν τα γεγονότα με βάση αυτά τα οποία στην πραγματικότητα τεκταίνονται, δηλαδή μέσα από εμπειρικές πρακτικές.  Να δουν ότι τα κόμματα τους υπόσχονται πράγματα που δεν μπορούν να εκπληρωθούν ποτέ γιατί λειτουργούν για το δικό τους όφελος και υπηρετούν μόνο τους λίγους.  Υπόσχονται στις λαικές μάζες μια κοινωνία με «δημοκρατικά», «αριστερά», «κομμουνιστικά», «σοσιαλιστικά» υπόβαθρα με «ουτοπικές υποσχέσεις μιάς εξισοτικής κοινωνίας χωρίς εθνικά και θρησκευτικά χαρακτηριστικά».  Θα πρέπει ο κόσμος, μέσα από το θεωρητικό σχήμα της σχετικότητας, να δει ότι δεν συμφέρει την ελίτ, και τα κόμματα,  να ανακαλύψουν οι λαϊκές μάζες ότι οι ιδεολογίες τους θα πηγάζουν απ’ ευθείας από τη διατήρηση των ήδη βιωμένων εμπειριών/συμφερόντων τους.

Νικόλαος Λ. Μωραίτης. Ph. D Διεθνείς Σχέσεις-Συγκριτική πολιτική-Εξωτερική Πολιτική των ΗΠΑ.

Πανεπιστήμιο Καλιφόρνια

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ

ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΥΠΗΡΞΕ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ

Υπότιτλος:  Υποστηρίζει με συνέντευξή του προς την «Α» εξειδικευμένος ομογενής ακαδημαϊκός του πανεπιστημίου Μπερκλευ.

Ουάσιγκτων (Του ανταποκριτή μας Λάμπρου Παπαντωνίου).

Ποτέ δεν υπήρξε κομμουνισμός στη Σοβιετική ‘Ένωση και γενικά στο Ανατολικό Μπλόκ, παρά μόνο ένα στυγνό και απολυταρχικό κρατικό καπιταλιστικό σύστημα, όπου το χρήμα συγκεντρώνονταν στα χέρια των ολίγων.  ‘Ενας απόλυτος κρατικός παρεμβατισμός, που στο τέλος προκάλεσε την αντίδραση του λαού και οδήγησε στη σημερινή περεστρόικα του κ. Γκορμπατσόφ.  Αυτό υποστηρίζει ο διακεκριμένος ομογενής Ακαδημαϊκός του Πανεπιστημίου του Μπέρκλευ, Καλιφόρνιας, κ. Νίκος Μωραίτης, σε αποκλειστική συνέντευξη του προς την «Α».  Και για να στηρίξει τον επαναστατικό αυτό ισχυρισμό του, λέει πως θα ήταν αδιανόητο και αστείο να πιστέψει κανείς, ότι ο ίδιος ο Λαός που υποτίθετο πως είχε στα χέρια του την εξουσία, με το «κομμουνιστικό» σύστημα διακυβέρνησης, να προσπαθεί σήμερα να την ανατρέψει με την Περεστρόικα, διατυπώνοντας το ερώτημα:  Τι δηλαδή να στραφεί εναντίον του;  Ο κ. Μωραίτης προβαίνει συνάμα σε μια εκλαϊκευμένη ανάλυση του «κομμουνιστικού» και «μαρξιστικού» συστήματος και υποστηρίζει την άποψη, ότι στο μέλλον θα επανέλθει ο μαρξισμός, με κάποια άλλη μορφή, γιατί οι λαοί στις καπιταλιστικές χώρες θ’ αντιδράσουν από την εκμετάλλευση, την ανέχεια, την μιζέρια, την φτώχια  και την πείνα, που μοιραίως οδηγεί ο σημερινός καπιταλισμός της φιλελεύθερης κοινωνίας.  Ασκεί δριμύτατη κριτική και στον ελεύθερο δυτικό κόσμο και ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες-επειδή όλα αυτά τα χρόνια γαλούχησαν την ανθρωπότητα με την ψευδαίσθηση περί «κομουνιστικού κινδύνου», ενώ ήταν τελείως ανύπαρκτος, αλλά την προωθούσαν για την εξυπηρέτηση και μόνο των συμφερόντων των μεγάλων καπιταλιστών.  Σήμερα, τα ίδια αυτά κέντρα θ’ αντικαταστήσουν τον «κομμουνιστικό κίνδυνο» με την τρομοκρατία, τα ναρκωτικά και άλλες επινοήσεις, για να μπορέσει να στηριχθεί το κεφάλαιο, το οποίο ζητά ερείσματα για να συνεχίσει την εκμετάλλευση με καλπάζοντα ρυθμό.  Ο κ. Μωραίτης πιστεύει ότι η ανθρωπότητα, με την παρέλευση του χρόνου, εκ των πραγμάτων και εξελίξεων θα υιοθετήσει για πρώτη φορά τις αρχές του σχετικιστικού μαρξισμού.  Στην ίδια συνέντευξη απαντά και σε καίρια και καυτά άλλα ερωτήματα της «Α»,  που υπό τις σημερινές συνθήκες παρουσιάζουν τεράστιο ενδιαφέρον, λόγω της επικαιρότητας του θέματος, αφού η Περεστρόικα του κ. Γκορμπατσόφ συνεχίζεται μετ’ εμποδίων και τις πλήρεις ευλογίες της Σοβιετικής ‘Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας.

Πριν παραθέσουμε την πολύκροτη αυτή συνέντευξη, θα πούμε λίγα λόγια για την ακαδημαϊκή αυτή προσωπικότητα.  Ο κ. Νικόλαος Μωραίτης ολοκλήρωσε τις πτυχιακές και μεταπτυχιακές σπουδές στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, Μπέρκελευ.  Αποφοίτησε από την Σχολή Πολιτικών Επιστημών με εξειδίκευση στις Διεθνείς σχέσεις και έμφαση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, στην Συγκριτική Πολιτική, στα επαναστατικά και αντιεπαναστατικά κινήματα και στην Παγκοσμιοποίηση.  ‘Εχει ταξιδεύσει στην Ασία, στη Μέση Ανατολή, στη Σοβιετική Ένωση και την Λατινική Αμερική, και αρκετό διάστημα στην Κίνα για έρευνα.  Συμμετείχε σε ένα μεγάλο αριθμό σεμιναρίων με ακαδημαϊκούς από την Ινδονησία, την Μαλαισία, τις Φιλιππίνες, την Σιγκαπούρη, την Ταϋλάνδη, το Χογκ Γκόγκ, την Κορέα, την Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.  ‘Εχει πάρει μέρος σε εντεταλμένες έρευνες για το μέλλον της Σοβιετικής «Ενωσης και της Ανατολικής Ευρώπης του Πανεπιστημίου του Μπέρκλεϋ, πάνω στα εξής θέματα: Συγκριτικός «Κομμουνισμός» μεταξύ Κίνας και Σοβιετικής ‘Ενωσης, τον Αμερικανικό Ρόλο στην ‘Απω Ανατολή, την Πολιτική υφή της Κινεζικής Διακυβέρνησης, τις θεωρίες της Συγκριτικής ανάλυσης, την Συγκριτική Ανάλυση τω Μαρξιστικών και Λενινιστικών Κυβερνήσεων, την Διαλεκτική και Εμπειρική Ανάλυση του Ψυχρού Πολέμου, την Ανάπτυξη των Απόψεων του Κάρλ Μάρξ και Μάξ Βέμπερ και πρόσφατα την Ερμηνεία των Απόψεων του Μάρξ στο Σύγχρονο Κόσμο-Εμπειρική Ανάλυση.  Την περίοδο αυτή του έχει ανατεθεί η έρευνα σε δύο σημαντικά ζητήματα: α) Γιατί και πως γίνεται ο Ιμπεριαλισμός, και β) Η πρόσφατη κρίση στην Κοινωνία της Βιομηχανικής Ελίτ.  Ο κ. Μωραίτης μέχρι προτίνος ήταν το δεξί χέρι του παγκοσμίου φήμης Καθηγητού του Πανεπιστημίου του Μπέρκλεϋ, ιδρυτού και Διευθυντού του Ινστιτούτου Ανατολικών Ασιατικών σπουδών, Ρόμπερτ Σκαλαπίνο, που είναι πασίγνωστος στη Σοβιετική ‘Ένωση και στη Κίνα σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο.  Δηλαδή, ο κ. Σκαλαπίνο γνώριζε σε προσωπική βάση και επικοινωνούσε απ’ ευθείας με τους Μάο Τσε Τούγκ, Τσού ‘Εν Λάι, Μρέζνιεφ, Αντρόπωφ και άλλους.  Πρόσφατα έχει συνταξιοδοτηθεί και παρά ταύτα, αυτή την περίοδο πραγματοποιεί μεγάλη εκπαιδευτική περιοδεία σ΄όλες τις χώρες της Ασίας.

Το πλήρες κείμενο της σπουδαίας αυτής συνέντευξης του κ. Μωραίτη έχει ως ακολούθως:

E:  Γιατί απέτυχε το μαρξιστικό-κομμουνιστικό σύστημα στη Σοβιετική ‘Ενωση και γενικά στο χώρο της Ανατολικής Ευρώπης;

A:  Ούτε απέτυχε, ούτε πέτυχε, γιατί ποτέ δεν υπήρξε στην πράξη.

Ε:  Τότε, τι επικρατούσε εκεί όλα αυτά τα χρόνια;

A:  Για να σας εξηγήσω, θα πρέπει ν’  αρχίσω πρώτα από την γενική θεωρία του  Μαρξ περί ιστορικής εξέλιξης.  Δηλαδή τι ήταν εκείνο που θεώρησε ο Μαρξ σαν ώθηση προς την ιστορική εξέλιξη.

Παρατήρησε ότι ο κόσμος προκειμένου να διατηρήσει την κοινωνικοοικονομική του υπόσταση ενώνεται και δημιουργεί κοινότητες και δομές.  Θ’αναφερθώ στις κύριες παραγωγικές.  Πρώτα απ ’όλα, οι πρόγονοί μας παρέμειναν στη συλλεκτική εποχή από 1-3 εκατομμύρια χρόνια.  Ακολούθησε η εποχή των σκλάβων.  Προχώρησαν στη φεουδαρχική.  Και στη συνέχεια φθάσανε την βιομηχανική, τη γνωστή καπιταλιστική κοινωνία.  Παρατηρούμε, λοιπόν, πως κάθε δημιουργική δομή αναπτύσσεται, φθάνει σε κάποια άνθηση, βρίσκεται μπροστά σε κάποιο δίλημμα, οδηγείται σε κρίση, δεν μπορεί να διατηρηθεί, ανατρέπεται και ξεπετιέται μια νέα επαναστατική κοινωνία η οποία είναι πιο προοδευτική και οδηγεί σε κάποιας μορφής λύση.  Κατά πάγιο κανόνα, κάθε νέα δομή είναι πιο παραγωγική από την προγενέστερη. Έτσι, καθώς μεγαλώνει η κρίση, τα μέλη της κοινωνίας δυσκολεύονται να διατηρήσουν την κοινωνική τους θέση κάτω από το παλιό σύστημα.  Αυτή αποτελεί το κίνητρο εκείνο, που τους αναγκάζει να θέσουν το θεμέλιο λίθο για την διάδοχο παραγωγική κατάσταση.

Θ’ αρχίσω από την φεουδαρχική, χωρίς να προστρέξω στο παρελθόν, ελλείψει χρόνου. Όταν το φεουδαρχικό σύστημα ανεπαρκές για τη συντήρηση του λαού, οι διάφοροι έμποροι, μικροτεχνίτες και παραγωγοί είχαν ανέλθει πιό ψηλά, αντιπροσωπεύοντας έτσι τη μπουρζουά που έμελε να γεννηθεί.  Η ανάγκη για την διατήρησή τους ανέπτυξε την  ιδέα της διάλυσης του εξασθενημένου φεουδαρχικού συστήματος, δημιουργούνταν μ’ αυτό το τρόπο την βιομηχανική ελίτ. Έτσι, κατά τον Μαρξ, βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα τάξη, προερχόμενη από την  παλαιά εξαρτώμενη από την βιομηχανική.  Δηλαδή, οι ίδιοι οι φεουδάρχες δημιούργησαν την τάξη εκείνη, που θα τους κατέστρεφε.  Μ’ άλλα λόγια, έθεσαν το σπόρο της αυτοκαταστροφής τους.Ο Μαρξ έδωσε ερμηνείες για την εξέλιξη της ιστορίας, λέγοντας πως αποτελεί ανθρώπινη ανάγκη να μη μειωθεί η επιβίωση του  ανθρώπου από το σημείο που βρίσκεται.  Και γι’ αυτό χαρακτήρισε συντηρητικούς αυτούς που κάνουν τις επαναστάσεις, δηλαδή αυτούς που προσπαθούν να διατηρήσουν την πολιτικοοικονομική τους θέση.

‘Εδωσε, κατ’αυτό τον τρόπο, τις ερμηνείες εκείνες κλειδιά, όπως για την λειτουργία του πολιτικού συστήματος, την ιδεολογία, την φιλοσοφία, τις τάξεις κ.λ.π.  Το επιχείρημά του είναι, πως η συναίσθηση και η εμπειρία είναι συνδεμένες και ότι η εμπειρία προπορεύεται της συναίσθησης στην ιστορική αλλαγή.  Μίλησε για τους αστούς, την πράξη, τις εμπειρίες, και τα κίνητρα, που είναι αναγκαία για την δημιουργία μιάς επαναστατικής τάξης, με μιά γνήσια σοσιαλιστική εμπειρική ισότητα και συναίσθηση.  Διεκήρυξε ότι με τη σοσιαλιστική επανάσταση το πολιτικό κράτος και η ιδεολογία θ’ αυτοκαταστρέφονταν γιατί δεν θα υπάρχουν ταξικά συμφέροντα να προστατεύσουν.  Ο Μαρξ είπε, ότι κάθε παραγωγική δομή εξουσιάζεται από άτομα της ελίτ, πολιτικώς και ιδεολογικώς.  Ενώ η εμπειρία και σκέψη, η θεωρία και η πράξη είναι ενωμένες και όταν κυριαρχούν εμπειρικώς κυριαρχούν και της συναίσθησης.  Επέκρινε τους αυτο-αποκαλούμενους ελευθεριστές του κόσμου, λέγοντας ότι όλοι αυτοί νοιάζονται μόνο για την διασφάλιση των συμφερόντων τους.  Είπε ακόμη, ότι τα μέλη της επαναστατικής μπουρζουά, που ανέτρεψαν τον φεουδαρχισμό, δεν είχαν καμιά πρακτική ισότητα στις κοινωνικές τους θέσεις.  Για να παρέμεναν στη θέση τους ως ελίτ, η επαναστατική μπουρζουά έπρεπε να καταστρέψει την φεουδαρχική τάξη.  Για να το πετύχαινε, όμως, χρειάζονταν τη βοήθεια των εργατών και των χωρικών.  Οι εργάτες, για να διατηρήσουν και αυτοί τη θέση τους, έπρεπε να επαναστατήσουν κατά της φεουδαρχίας, και οι ελίτς χρειάσθηκαν την βοήθεια του λαού, για να κερδίσουν την επανάσταση.  Είπαν πως δεν πολεμούν μόνο για τον εαυτό τους αλλά και για όλο το λαό.  Και έτσι, στη περίπτωση αυτή, το σλόγκαν ελευθερία, δημοκρατία, ισότητα και αδελφοσύνη έγινε από τη φωνή των μπουρζουά επαναστατών.

Όταν τα φεουδαρχικά κράτη αντικαταστάθηκαν από τα καπιταλιστικά και κυριάρχησαν οι νέοι ελίτ, αντιμετώπισαν ένα νέο εχθρό: Τις χαμηλότερες τάξεις, οι οποίες ζητούσαν, τώρα, πολιτική ισότητας για την οποία πολέμησαν.    Έπρεπε να καταπιεστεί η εργατική τάξη, διότι η διεκδίκηση για ισότητα θα μείωνε την θέση των ελίτ.  Για τον Μαρξ, η διαδικασία αυτή ήταν μια πράξη διατήρησης της πολιτικής σκέψης και πράξης.  Διεκήρυξε ότι, από την στιγμή που οι επαναστατικές τάξεις συνεχίζουν να έχουν άτομα που η οικονομικο-κοινωνική τους θέση δεν είναι υπέρ της ισότητας, τότε τ’ αποτελέσματα θα είναι πάντοτε τα ίδια, δηλαδή η ανισότητα.

Όπως αναμένονταν, όταν η ρωσική φεουδαρχική οικονομία κατέρρευσε, το 1917, οι εργάτες και οι χωρικοί πήραν τα εργοστάσια και τα κτήματα, για ν’ αυτοσυντηρηθούν.  Αλλά κατά το 1918-21, η ρωσική οικονομία συνέχιζε να καταρρέει και οι Αρχές του κομματικού κράτους αναγκάστηκαν να εφαρμόσουν πολιτική, η οποία ήταν απαλλοτριωτέα για τις χαμηλότερες τάξεις, για την διατήρηση ης δικής της θέσης και των συμφερόντων της.  Η ειρωνεία είναι, ότι έλαβαν τα μέτρα αυτά εν ονόματι της σοσιαλιστικής.  Οι χωρικοί και οι εργάτες έπρεπε να δίνουν τώρα την παραγωγή τους σε ξευτιλισμένες τιμές, την οποία εκείνοι μεταπωλούσαν σε υψηλές τιμές, ανοικοδομώντας την βιομηχανική τάξη και διατηρώντας τη θέση τους.  Το 1921, θα έπρεπε να κτισθεί μια βιομηχανική παραγωγική δομή.  Το ερώτημα ήταν, αν η βιομηχανική αυτή δομή θα είχε καπιταλιστικό χαρακτήρα, όπως αρχικά υπέθεσαν οι διανοούμενοι μαρξιστές, ή σοσιαλιστικό, όπως υπολόγιζαν οι Λένιν, Τρότσκι και άλλοι μπολσεβίκοι.  Βιομηχανοποιώντας μιά χώρα, απαιτείται οικονομική και διοικητική φροντίδα από τους ιδιοκτήτες και διαχειριστές των εργοστασίων, καθώς και από τους διάφορυς επιστήμονες που κατέχουν θέσεις.  Κατά το Μαρξ, τ’ άτομα αυτά θα χρειάζονται να υποστηρίξουν τις προνομιούχες τους θέσεις και τα συμφέροντά τους.    Και κοντά σε αυτούς οι εργάτες και οι χωρικοί έβλεπαν πως πιο εύκολα διατηρούν την κοινωνική τους ύπαρξη.  Ο Μαρξ τόνισε, ότι, όταν οι παραγωγικές δομές ανθίσουν, τότε, πολλοί απ’ αυτούς αρχίζουν μια κίνηση προς τα επάνω.  Εφ’  όσον όλοι αυτοί μπορούν να διατηρήσουν τα συμφέροντά τους σε μια καπιταλιστική κοινωνία, τότε, η «φυσική ανάγκη» για την δημιουργία ενός βιομηχανικού συστήματος ελίτ είναι φανερή.

Αλλά η Ρωσία προσπαθούσε να επιζήσει κτίζοντας μια καπιταλιστική κοινωνία, δεν θα μπορούσε να το πετύχει με την σταδιακή μορφή της Γαλλίας, της Μεγάλης Βρετανίας και των Ηνωμένων Πολιτειών.  Οι χώρες αυτές ήταν πρώτες και δεν αντιμετώπιζαν σοβαρά ανταγωνισμό.  Ο κόσμος ήταν ελεγχόμενος από τέτοιους οικονομικούς γίγαντες που για να τους ανταγωνίζονταν η Ρωσία χρειάζονταν ανάπτυξη μεγάλων επιχειρήσεων το γρηγορότερο.  Κεφάλαια που έπρεπε να εξασφαλίσει από τους πολίτες.  Δηλαδή έπρεπε να θέσει σ’ εφαρμογή καπιταλιστικές μεθόδους και κρατικές τεχνικές.

Ο Λένιν ήταν εκείνος που προσκάλεσε πρώτος τα Κράτη της Δύσεως να μπούν στη Ρωσία και να την βοηθήσουν στη βιομηχανία της. Έτσι, οι Μπολσεβίκοι, ανακαλύπτοντας ότι η θεωρία του Μαρξ ήταν μια ιδανική δικαιολογία για την ανατροπή της φεουδαρχίας και την σύσταση της καπιταλιστικής κυριαρχίας, πρότειναν καθαρά πως οποιαδήποτε μέθοδος θα πρέπει να γίνει εν ονόματι του «Κομμουνισμού» και του Μαρξισμού. Ο Μαρξ πίστευε, ότι η επικείμενη επανάσταση θα έφερνε μια εξίσωση των μισθών σ’ όλα τα επαγγέλματα. Ότι δηλαδή μια ολοκληρωμένη κομμουνιστική κοινωνία, η οποία θ’ αναδύονταν σταδιακά, θα διόρθωνε τις αδικίες.  Οι ιθύνοντες της Ρωσίας, της Κίνας και των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης εξομοίωσαν την κρατική ιδιοκτησία με τον σοσιαλισμό.  ‘Ότι μ’ αυτά τα δεδομένα η Ρωσία βρίσκονταν στο στάδιο της φεουδαρχίας με τάσεις καπιταλιστικής κοινωνίας και ότι η ρωσική επανάσταση θα κατέληγε σε καπιταλισμό.  Πίστευαν ακόμη πως, όταν γίνει η καπιταλιστική επανάσταση στη Ρωσία, τότε, οι σχέσεις της με την Δυτική Ευρώπη θα διασπάζονταν και θα επέφεραν κρίση στο καπιταλισμό της Δύσεως, μ’ αποτέλεσμα μια σοσιαλιστική επανάσταση μ’ απώτερες πιέσεις στην ίδια τη χώρα τους.  Μιλάμε δηλαδή για τους Μπολσεβίκους και Μανσεβίκους.  Οι πρώτοι ήθελαν να συνεχίσουν την πίεση έξω από τα κυβερνητικά πλαίσια.  Οι δεύτεροι το αντίθετο.

Αποτέλεσμα ο διαχωρισμός το 1903.  Το 1917, ο Λένιν είχε πεί: «Κτίζουμε μιά καπιταλιστική κοινωνία».  Και ο Τρότσκι: «Μόνο ο Λένιν είχε το θάρρος να το πεί».  Το Νέο Οικονομικό Πρόγραμμα (ΝΟΠ) νομιμοποίησε και ενθάρρυνε την ανισότητα σε κάθε τομέα της οικονομικής δραστηριότητας.  Και ο Λένιν γρήγορα παραδέχθηκε, ότι ήταν οτιδήποτε άλλο εκτός από σοσιαλιστικό προγραμματισμό.  Επιστρέφοντας στο θέμα που είχε διερευνήσει, το 1918, ο Λένιν τόνισε ότι, «έχοντας μόλις διαλυθεί η φεουδαρχική τάξη, η Ρωσία πρέπει ν’ απασχοληθεί με την δημιουργία κρατικών καπιταλιστικών θεσμών».  Τον Ιούνιο του 1921 πρότεινε: «Η εναλλακτική λύση (και αυτή είναι η τελική κατάλληλη και η μόνη λογική τακτική) δεν είναι η απαγόρευση, ή να τεθεί κλειδαριά στην ανάπτυξη του καπιταλισμού, αλλά να γίνει μιά προσπάθεια να κατευθυνθεί μέσα  στα κανάλια του κρατικού καπιταλισμού.  Αυτό είναι οικονομικά πιθανό για τον κρατικό καπιταλισμό, οπουδήποτε υπάρχουν στοιχεία του ελεύθερου εμπορίου και όπου ο καπιταλισμός υπάρχει γενικά.  Μπορεί το Σοβιετικό Κράτος,  η δικτατορία του προλεταριάτου, να συνδυαστεί και να ενωθεί με τον κρατικό καπιταλισμό;  Είναι και τα δύο συμβιβάσιμα;  Βεβαίως και είναι.  Αυτό ακριβώς είπα τον Μάιο του 1918.  Και όχι μόνο αυτό, αλλά απέδειξα μετά, ότι ο κρατικός καπιταλισμός είναι ένα βήμα μπροστά, σε σύγκριση με το στοιχείο του μικρού ιδιοκτήτη.  Αυτοί που αντιπαραβάλλουν ή συγκρίνουν τον κρατικό καπιταλισμό με τον σοσιαλισμό διαπράττουν πολλά λάθη, γιατί στις παρούσες πολιτικές και οικονομικές περιπτώσεις, είναι ουσιώδες να συγκριθεί ο κρατικός καπιταλισμός με την μικροαστική παραγωγή.

Το πρόβλημα, θεωρητικά και πρακτικά, είναι να βρεθούν οι σωστοί μέθοδοι, που θα κατευθύνουν την αναπόφευκτη ανάπτυξη του καπιταλισμού μέσα από τα κανάλια του αντίστοιχου κρατικού.  Να καθορίσει με ποιούς όρους να τον υποστηρίξουν και πως ν’ ασφαλίσουν τον μετασχηματισμό του κρατικού καπιταλισμού μέσα από  τα κανάλια του σοσιαλισμού στο εγγύς μέλλον.  Για να πλησιάσουμε τη λύση του προβλήματος αυτού, πρέπει πρώτα απ’ όλα να δώσουμε μια εικόνα στους εαυτούς μας, όσο το δυνατόν πιό καθαρή, τι θα είναι ο κρατικός καπιταλισμός και πως μπορεί να γίνει πράξη μέσα στο σοβιετικό μας σύστημα».  Τα μέσα του 1918, ο Λένιν είπε: «Αν εμείς στη Ρωσία,  για ένα χρονικό διάστημα, μπορούσαμε ν’ αποκτήσουμε κρατικό καπιταλισμό, θα ήταν μια νίκη».  Οι υποχωρήσεις του Νέου Οικονομικού Προγράμματος προς τον καπιταλισμό είχαν άμεση επιρροή.  Η κοινωνία άρχισε να ξανακτίζεται, καθώς ο λαός είδε, πως είναι δυνατόν να διατηρήσει την κοινωνικοοικονιμική του ύπαρξη, εργαζόμενος μέσα σ’ ένα αναδυόμενο βιομηχανικό σύστημα, οι κουλάκοι άρχισαν να γίνονται πιο  ενήμεροι, ενώ στις Πολιτείες αναδύθηκαν παντού νέες επιχειρήσεις και οι παλιές μεγάλωσαν.

Το 1905, ο Λένιν έγραψε: «Ο Μαρξισμός μας διδάσκει, ότι σε κάποιο στάδιο της ανάπτυξης, μιά κοινωνία η οποία βασίζεται στη παραγωγή προϊόντων και έχει εμπορικές επαφές με πολιτισμένες καπιταλιστικές χώρες, αναπόφευκτα πρέπει  να πάρει το δρόμο του καπιταλισμού.  Ο Μαρξισμός αμετακλήτως έχει διαλυθεί με την NARADIK και με αναρχικές ασυναρτησίες, ότι η Ρωσία, π.χ., μπορεί να παρακάμψει την καπιταλιστική ανάπτυξη, να ξεφύγει από τον καπιταλισμό ή να τον παρακάμψει κάπως διαφορετικά από εκείνη της ταξικής πάλης, στη βάση και μέσα στο σκελετό αυτού του ίδιου του καπιταλισμού.  Στις χώρες, όπως η Ρωσία, η εργατική τάξη δεν πάσχει τόσο πολύ από καπιταλισμό, όσο από την ανεπαρκή ανάπτυξη του καπιταλισμού».  Σε δοκίμιο του 1921 υποστήριξε: «Πρώτα απ’ όλα ας πάρουμε το πιο συμπαγές παράδειγμα του κρατικού καπιταλισμού.  Ο καθένας γνωρίζει τι είναι.  Είναι η Γερμανία.  Εδώ έχουμε την τελευταία λέξη στη σύγχρονη μεγάλη κλίμακα καπιταλιστικής μηχανής και σχεδιασμένου οργανισμού, υποτασσομένων στον παλιοαστικό ιμπεριαλισμό.  Διέγραψε τις λέξεις του στοιχείου και στη θέση του μιλιταριστή, παλιό-αστικού κράτους, βάλε ένα Κράτος, ένα διαφορετικό κοινωνικό τύπο, ένα διαφορετικό ταξικό περιεχόμενο, ένα σοβιετικό Κράτος, δηλαδή ένα προλεταριακό Κράτος, θα έχεις την ολότητα των καταστάσεων που είναι ο σοσιαλισμός.  Ο σοσιαλισμός είναι αδιανόητος χωρίς μεγάλη κλίμακα καπιταλιστικής μηχανής, βασισμένης στη τελευταία λέξη της σύγχρονης επιστήμης.  Είναι αδιανόητο χωρίς τον προγραμματισμένο κρατικό οργανισμό, υπό τον τρόπο του οποίου δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπων είναι φτιαγμένοι αυστηρά να παρατηρούν ένα μοναδικό στάνταρτ στη παραγωγή και στη κατανάλωση.  Εμείς οι Μαρξιστές πάντοτε έχουμε μιλήσει γι’ αυτό και δεν αξίζει το κόπο να χάνουμε δευτερόλεπτα να μιλάμε στους ανθρώπους που δεν καταλαβαίνουν ούτε αυτό». Έτσι, η Ρωσία είχε δημιουργήσει κρατικό καπιταλισμό, κτίζοντας μεγαλύτερα εργοστάσια, για να καταφέρει ν’ ανταγωνισθεί με τον καπιταλισμό της Δύσης.  Αυτό ακριβώς είχε πει ο Μαρξ.  Συγκεκριμένα: “Με την προοδευτική καπιταλιστική ανάπτυξη, οι βιομηχανίες θα γίνουν όλο και πιο μεγαλύτερη κλίμακα από την ανάγκη γι’ ανταγωνισμό”.  Έχεις την ανάγκη των χρημάτων απ’ όλο τον κόσμο και ο μοναδικός τρόπος είναι να χρησιμοποιήσεις το Κράτος.

Ε:   Τι εννοείτε, όταν λέτε κρατικό καπιταλισμό.  Και αν έχει σχέση με τον αντίστοιχο των Ηνωμένων Πολιτειών;

Α:   Κατ’ αρχήν, πρέπει να γνωρίζουμε πως μια καπιταλιστική κοινωνία ξεχωρίζει από την φεουδαρχική στο εξής: Η φεουδαρχική κατέχει τα προνόμιά της, ελέγχοντας την γεωργική παραγωγή και τις πρώτες ύλες.  Η καπιταλιστική ελέγχει την βιομηχανική και την τεχνολογική παραγωγή.  Κρατικό καπιταλισμό εννοούμε την κομμουνιστικοποίηση ή κοινωνικοποίηση της παραγωγής.  Η κατανάλωση είναι άνιση, όχι κομμουνιστικοποιημένη, και η παραγωγή λαμβάνει χώρα σε μια κρατική καπιταλιστική δομή, κοινωνικοποιημένη.  Ο Μαρξ είπε, πως όσο αναπτύσσεται ο καπιταλισμός, έχει ανάγκη περισσοτέρων κεφαλαίων, για ν’ ανταγωνισθεί και ότι εκμεταλλεύεται την εργατική τάξη.  Οι καπιταλιστές πρέπει να κτίσουν μεγάλα εργοστάσια, απορροφώντας τεράστια χρηματικά ποσά με την επέκταση της διοικητικής δομής.  Στο σημείο αυτό υπεισέρχεται το Κράτος, ως το μοναδικό μέσο για την εξασφάλιση των χρημάτων πουλώντας μετοχές, ομολογίες και χρεόγραφα και επιβάλλοντας φόρους.  Δημιουργούνται κατ’ αυτόν τον τρόπο τα τραστ.  Τα ποσά αυτά παραδίδονται στη διοικητική κυριαρχία του Κράτους.  Παραγωγή και διαχείριση παραδίδονται στο Κράτος.  Αυτό το σύστημα κάνει την βιομηχανική ελίτ πιο συνεργάσιμη, δηλαδή πιο σοσιαλιστική στη παραγωγική κατεύθυνση.  Αλλά δεν κάνει το ίδιο η σοσιαλιστική ή η συνεργατική στη καταναλωτική βάση.

Στη περίπτωση αυτή, οι συνεργατικοί μέθοδοι της παραγωγής ξεπερνούν την κατανάλωση και έτσι εισερχόμαστε στην οικονομική κρίση.  Αυτό αποτελεί μια καθαρά εμπειρική βάση.  Οφείλουμε να βρούμε αυτή την γενική θέση, βλέποντας τις εμπειρίες μας.  Δηλαδή, όλοι έχουμε την ίδια δυνατότητα παραγωγής, αλλά ο σοσιαλισμός, ο κομμουνισμός και ο καπιταλισμός υπολογίζονται προς την άποψη πόσοι από το λαό έχουν την δυνατότητα της κατανάλωσης.  Τελικά, η κρατικοποίηση της έννοιας της παραγωγής, κατά τον Μαρξ, είναι το τελευταίο στάδιο της ανάπτυξης του καπιταλισμού.  Για ν’ ανταγωνισθεί σ’ αυτό το σημείο χρειάζεται το Κράτος. Ο Μαρξ λέγει πως όσο πιο πολύ ωριμάζει μια καπιταλιστική τάξη, τόσο πιο σοσιαλιστικές-συνεργάσιμες γίνονται οι τεχνικές της, ενώ η κατανάλωση παραμένει μη σοσιαλιστικοποιημένη.  Εξηγεί περαιτέρω, ότι η αντίφαση αυτή, μεταξύ σοσιαλιστικοποιημένης παραγωγής και μη σοσιαλιστικοποιημένης κατανάλωσης λύνεται μόνο, αν δοθεί στις μάζες η ίδια καταναλωτική δύναμη, που έχουν οι ελίτ. Και εδώ κάνουμε λόγο για σοσιαλισμό.

Ο Έγκελς, στο βιβλίο του «Ουτοπικός σοσιαλισμός και επιστημονικός σοσιαλισμός», εξηγεί με λεπτομέρειες την εξέλιξη, υποστηρίζοντας ότι: «Ούτε η μετατροπή σε μετοχικές εταιρείες και τραστ, ούτε η μετατροπή σε κρατική ιδιοκτησία, αφαιρεί τον χαρακτήρα του καπιταλισμού από τις παραγωγικές δυνάμεις.  Αυτό είναι φανερό για τις μετοχικές εταιρίες.  Και το σύγχρονο Κράτος είναι κι’ αυτό μόνο μια οργάνωση, που δημιούργησε η αστική τάξη, για να διατηρήσει τους γενικούς εξωτερικούς όρους του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής από κάθε επιβουλή.  ‘Οποιαδήποτε και να είναι η μορφή του σύγχρονου Κράτους, ουσιαστικά πρόκειται για καπιταλιστικό μηχανισμό, για Κράτος των καπιταλιστών, για συλλογικό καπιταλιστή σαν ιδέα.  ‘Όσο περισσότερες παραγωγικές δυνάμεις παίρνει στην ιδιοκτησία του, τόσο πιο πολύ γίνονται συλλογικοί οι καπιταλιστές και εκμεταλλεύονται τους πολίτες.  Οι εργάτες εξακολουθούν να παραμένουν εργάτες προλετάριοι.  Η καπιταλιστική σχέση δεν παύει να υπάρχει.»  Η Σοβιετική Ένωση ισχυρίζεται ότι είναι σοσιαλιστική, γιατί έχει εθνικοποιήσει την παραγωγή. Για τον Μαρξ η εθνικοποίηση της παραγωγής δεν έχει καμιά σχέση με τον σοσιαλισμό.

Και τώρα, ας πάμε στο δεύτερο σκέλος της ερώτησης, αν δηλαδή ο σοβιετικός καπιταλισμός έχει σχέση με τον αντίστοιχο των Ηνωμένων Πολιτειών.  Σύμφωνα με την εμπειρική ανάλυση, παρατηρούμε, ότι ο Μαρξ είχε δίκαιο, όταν πρόβλεψε πως το Κράτος θα κυριαρχήσει της παραγωγής στην βιομηχανική ελίτ.  Βλέπουμε την Αμερικανική Κυβέρνηση να προμηθεύει τις μεγάλες εταιρίες με δισεκατομμύρια δολάρια του λαού με κρατικά δάνεια και επιχορηγήσεις και απαλλάσσοντας, ταυτόχρονα, τις εταιρίες από την φορολογία, για να επενδύουν μεγαλύτερα κεφάλαια.  Πάνω από 90% της έρευνας και ανάπτυξης της αεροπορικής βιομηχανίας των Ηνωμένων Πολιτειών έχει χρηματοδοτηθεί με χρήματα του αμερικανικού λαού, μέσω του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Ένα άλλο παράδειγμα είναι το ενεργειακό.  Οι εταιρείες πετρελαίου έχουν αναλάβει την παραγωγή της ατομικής ενέργειας, τη συνθετικής και άνθρακος.  Με τα χρήματα του κόσμου η Αμερικανική Κυβέρνηση αγοράζει, κατασκευάζει δορυφόρους και εξορυγνύει πετρέλαια.  Για την ατομική ενέργεια η Κυβέρνηση κάνει επιχορηγήσεις του ενός δις. Δολαρίων το χρόνο. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η γεωργία, που και αυτή αποτελεί μια άλλη μορφή κρατικού καπιταλισμού της παραγωγής.  Η γεωργία αποτελεί μια συνεταιρική πραγματικότητα, με το 6-9% των κτημάτων (15 χιλιάδες στρέμματα) να παράγουν πάνω από το 85% των τροφίμων, που καταναλώνουν οι Αμερικανοί.  Όλες αυτές οι γεωργικές μεγαλοεπιχειρήσεις επιχορηγούνται από το Κράτος.  Δαπανώνται εκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο γιά την μεταφορά νερού στους αγρότες της Αριζόνας, του Τέξας και της Νότιας Καλιφόρνιας.  Το 1978, οι γεωργοί στη περιφέρεια του ΚΕΡΝ δανείστηκαν 23 εκ. Δολάρια από την Αμερικανική Κυβέρνηση, συγκεκριμένα από την Υπηρεσία “FARMERS HOME ADMINISTRATION”.  Ένας μόνο γεωργός, που είχε 14 χιλιάδες στρέμματα, πήρε 15 εκ. Δολάρια, με επιτόκιο 3, ½%, εξοφλητέο το δάνειο αυτό σε 40 χρόνια.  Το Φεβρουάριο του 1983, η Κυβέρνηση είχε δώσει 56 εκ. Δολάρια. Κατά κανόνα τα χρήματα αυτά ποτέ δεν επιστρέφονται. Ίσως σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις.  Οι Ηνωμένες Πολιτείες την γεωργική αυτή δομή την αποκαλούν ελεύθερη επιχείρηση, ενώ η Σοβιετική ‘Ένωση σοσιαλιστική.  Η Αμερικανική Κυβέρνηση είναι εκείνη που θα διαδώσει την τράπεζα “SILVERADO SAVINGS AND LOAN”,  δίνοντας περίπου 70 δις. Δολάρια, κάτι που θα στοιχίσει στον αμερικανό φορολογούμενο 1 δις. Δολάρια.  «Άπειρες είναι εκείνες οι φορές που το Κράτος κλήθηκε να σώσει από βέβαια καταστροφή μεγάλες επιχειρήσεις, όπως την CHRYSLER και άλλες. Πάντοτε, τονίζω, με τα χρήματα του λαού.  Κατ’ αυτό τον τρόπο παρατηρούμε την άμεση σχέση μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Σοβιετικής Ένωσης πάνω στον κρατικό καπιταλισμό.

Ε:   Κατά τη γνώμη σας, από το 1917 μέχρι σήμερα ποιό ήταν το ιδανικότερο σύστημα κομμουνιστικής διακυβέρνησης;

Α:   Με βάση την εμπειρική ανάλυση —όχι την ιδεαλιστική—ποτέ δεν υπήρξε σύστημα κομμουνιστικής διακυβέρνησης.

Ε:   Γιατί;

Α:   Γιατί αν πάρουμε τα κεντρικά σημεία της διαλεκτικής του Μαρξ, ότι η ιδέα και η εμπειρία, η σκέψη και η πράξη, η θεωρία και η πρακτική είναι συνδεμένα, και ότι η πράξη προηγείται της συναίσθησης, τότε, πρέπει να ζούμε, ήδη, την κομμουνιστική πρακτική.  Δηλαδή τον κομμουνισμό στη πράξη.  Να είμαστε, δηλαδή, κομμουνιστές εμπειρικά, ώστε αυτή η εμπειρική πλευρά ν’ απεικονίζει την πρακτική της έννοια στην συναίσθησή μας και στις ιδέες μας.  Το μεγάλο ερώτημα σήμερα είναι: Ποιά είναι η πρακτική έννοια του όρου κομμουνισμός; Ο Μαρξ υποστηρίζει, ότι η σοσιαλιστική τάξη πρέπει να είναι στο χαμηλότερο στάδιο της κοινωνίας υπό κοινωνικό-οικονομικούς όρους. Ότι οι σοσιαλιστές επαναστάτες πρέπει να είναι η πλειοψηφία όλων των μελών της κοινωνίας, προκειμένου να επιβάλλουν την ισότητα στο σύνολο.  Αφού η συναίσθηση ακολουθεί και η εμπειρία οδηγεί σαν κίνητρό της, τότε, η σοσιαλιστική επαναστατική τάξη θα υπερασπίζει τον εαυτό της, καταργώντας την εξουσία όλων των τάξεων.  Με την κατάργηση των ταξικών διακρίσεων, όλη η κοινωνική και πολιτική ανισότητα, που εμφανίζεται απ’ αυτές, θα εξαφανισθεί μόνη της.  Από εδώ και στο εξής, η πολιτική θα χαθεί.  Το πολιτικό Κράτος και η ιδεολογία θα σβήσουν, γιατί η λειτουργία τους δεν θα υπερασπίζει συμφέροντα που έχουν χαθεί. Έτσι, η κομμουνιστική συναίσθηση θα γεννιόταν από την πρακτική φύση και η σκέψη τους θα είχε πλήρη κυριαρχία δική τους.  «Οι κοινωνίες θα πάψουν να είναι πολιτικές επαναστάσεις».  Αυτή η συναίσθηση ακολουθεί την εμπειρία.  Η τελική απόδειξη είναι, ότι αυτός που έχει την εμπειρία της ισότητας, θα μπορεί να μας πει, πως είναι αυτή η δομή του κομμουνισμού.  «Όσοι αυτο-αποκαλούνται κομμουνιστές ή και Κράτη κομμουνιστικά χωρίς την πράξη, ο Μαρξ τους αποκαλεί: «Απλοϊκές και παιδαριώδεις φαντασίες, που αποτελούν την πυρήνα της σύγχρονης νεοεγκελιανής φιλοσοφίας».

Ε:   Ποια είναι η γνώμη σας για το κομμουνιστικό σύστημα της Κίνας;

Α:   Και στη πορεία της κινεζικής επανάστασης βρίσκουν εφαρμογή τα λόγια του Μαρξ, για να κατανοηθεί η εξέλιξη της ιστορίας.  Όπως στη Ρωσία έτσι και στη Κίνα, παρατηρούμε τον συντηρητικό χαρακτήρα της επανάστασης, δηλαδή το πως θα διατηρηθεί στην εξουσία.  Πριν από την επανάσταση, η Κίνα ήταν μιά φεουδαρχική κοινωνία, όπου οι Ελίτς διατηρούσαν την θέση τους, ελέγχοντας την γεωργική παραγωγή και τις πρώτες ύλες. Ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων πέθανε από την πείνα.  Γύρω στα 15 εκατομμύρια.  Στη διάρκεια αυτής της περιόδου και μετά, ο κόσμος ή μάλλον οι χωρικοί άρχισαν την εξέγερση, γιατί η οικονομική και η κοινωνική τους κατάσταση δοκιμάζονταν και δεν μπορούσαν να κρατηθούν στο κατεστημένο της παλιάς δομής.  Στοιχεία υπέρ της βιομηχανίας ανακάλυψαν ξαφνικά, ότι τα επιχειρήματα του Μαρξ ήταν τα πιο ιδανικά προσχήματα για την ανατροπή των φεουδαρχικών θεσμών.  Μ’ αυτό τον τρόπο, το1947, η Κίνα ανέτρεψε τους φεουδάρχες και σύστησε τον κρατικό καπιταλισμό.  Η βιομηχανική ελίτ που εμφανίσθηκε ήταν πιο προοδευτική, γιατί είχε η δυνατότητα να συντηρήσει ένα μεγαλύτερο αριθμό πληθυσμού, που δεν τα κατάφερε η προηγούμενη.  Οι νέοι επαναστάτες από την μεταβολή αυτή, που είχαν ελίτ παρελθόν και καίριες θέσεις, έγιναν οι νέοι συντηρητικοί στα πράγματα, για να μην τα χάσουν.  Ένας, λοιπόν, απ’ αυτούς ήταν και ο Μάο Τσε Τουνγκ.  Αυτοί αποτέλεσαν την καινούργια μπουρζουά την Κίνας.  Αυτοί χάραζαν την νέα πολιτική φιλοσοφία και κατεύθυναν το δικό τους όφελος, έκαναν τα πάντα εν ονόματι του Μαρξισμού και δημιούργησαν κατ’ αυτό τον τρόπο τον κρατικό καπιταλισμό.

Ε:   Πιστεύετε στη θεωρία του Μαρξισμού, ως ιδανικού συστήματος διακυβέρνησης μιας χώρας;

Α:   Η θεωρία του Μαρξισμού δεν αποτελεί κάποιο σύστημα διακυβέρνησης μιας χώρας.  Πρόκειται για την θεωρία εκείνη, που μέσω αυτής παρατηρούμε γεγονότα, καταστάσεις, άτομα και κράτη και προβαίνουμε σε διάφορες αναλύσεις, με εμπειρική ανάλυση

Ε:   Μας είπατε προηγουμένως, ότι οι επαναστάσεις της Ρωσίας και της Κίνας ανέτρεψαν τις φεουδαρχικές τάξεις και έφεραν σε πλήρη άνθηση την κρατική καπιταλιστική τάξη, μέσω της βιομηχανικής ανάπτυξης.  Τότε, γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Δύση γενικά δέχονταν και συμφωνούσαν με το λεκτικό των χωρών αυτών, όταν αυτο-αποκαλούντο κομμουνιστικές;  Και ότι οι χώρες αυτές αποτελούσαν απειλή;  Εξηγείστε μας τα ουσιώδη στοιχεία των θέσεων αυτών;

Α:   Τα αμερικανικά συμφέροντα έχουν εξυπηρετηθεί με την παραγνώριση της εμπειρικής εξέλιξης που ελάμβανε χώρα στις χώρες αυτές.  Χρησιμοποιούσαν το φόβο της κομμουνιστικής απειλής για την διατήρηση των συμφερόντων τους.  Να σας δώσω μερικά παραδείγματα: Με το φόβο της κομμουνιστικής απειλής άρχισε το πρόγραμμα Μάρσαλ για την Ευρώπη και συντηρήθηκε η εκμετάλλευση του τρίτου κόσμου. Η αντικομμουνιστική τακτική ήταν εκείνη που χρησιμοποιήθηκε για την διατήρηση των μεγάλων κερδών του κεφαλαίου.  Ο αμερικανικός έλεγχος στη Λατινική Αμερική διατηρήθηκε και διατηρείται με τον φόβο της κομμουνιστικής απειλής κ.λ.π.  Συνάμα, αποκαλύφθηκε, ότι η Δύση και ειδικότερα οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν εκείνες που συντέλεσαν στην ανάπτυξη της Σοβιετικής Ένωσης, σε ποσοστό 80%, μετά την επανάσταση του 1917, κάτι που παρέμεινε κρυφό από τους αμερικανούς, μέχρι τα τέλη του 1960.  Ο Στρατός των Η.Π.Α. έχει γαλουχηθεί με την αντικομμουνιστική ενόραση, κάτι που δίνει την δύναμη στους λατινο-αμερικανούς φεουδάρχες να κρατηθούν στην εξουσία.  Με την ίδια μέθοδο εξυπηρετήθηκε στο έπακρο και η πολεμική βιομηχανία.  Για παράδειγμα αναφέρομαι στο Ελ Σαλβαντόρ, όπου,  μετά το κίνημα του 1979, οι Ηνωμένες Πολιτείες και στο διάστημα 198-1982 έδωσαν συνολικά 609 εκ. Δολάρια, με το αιτιολογικό της κομμουνιστικής απειλής.  Παρατηρούμε λοιπόν, πως η μέθοδος αυτή εξυπηρετεί τους φεουδάρχες, οι οποίοι χρησιμοποιούν ψευδώς το λεξιλόγιο αυτό, για να διατηρήσουν την θεσούλα τους.  Κάτι παρόμοιο συνέβαινε και γιά μεγάλο χρονικό διάστημα και στην Ελλάδα, με την υλοποίηση του Απριλιανού Πραξικοπήματος του 1967, που έφερε την χούντα  των Συνταγματαρχών εν ονόματι της κομμουνιστικής απειλής.  Και την ετικέττα του «κομμουνιστή» έδωσαν ακόμη και στον Ανδρέα Γ. Παπανδρέου.  Βέβαια τώρα, με την λήξη του ψυχρού πολέμου ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις, υπάρχει μεγάλο πρόβλημα για την ανεύρεση κάποιας άλλης αιτιολογίας.  Δεν άργησε όμως να βρεθεί.  Ήδη, η κομμουνιστική απειλή αντικαταστάθηκε με την τρομοκρατία, τα ναρκωτικά και τα τοιαύτα, και ήδη έχουν επινοηθεί διάφορες επιχειρήσεις για την διατήρηση των συμφερόντων τους.

Ε: Ποιά είναι η προσωπική σας γνώμη για την θεωρία του Μαρξισμού, όπως ακριβώς την αναπτύσσετε;

Α: Μια θεωρία αποτελεί πραγματική θεωρία, όταν συνοδεύεται από αξιώματα, τα οποία είναι επαγωγικώς συνδεδεμένα.  Μια σωστή θεωρία, σ’ οποιοιδήποτε χώρο, μας βοηθά να φθάσουμε επαγωγικά σ’ ορισμένα χρήσιμα συμπεράσματα.  Αποτελεί το όργανο προς την κατεύθυνση αυτή.  Για να πιστέψουμε σ’ αυτή πρέπει να δεχθούμε όλα τ’ αξιώματα, που είναι συνδεμένα επαγωγικά.  Δεν μπορούμε να κάνουμε επιλογές ή προτιμήσεις μερικών αξιωμάτων της.  Αν δεχθούμε το ένα στοιχείο και απορρίψουμε το άλλο, τότε την καταστρέφουμε.  Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με πολλούς «Μαρξιστές», οι οποίοι άλλα δέχονται και άλλα όχι, μ’ αποτέλεσμα την μη προσέγγιση στη θεωρία στο σύνολό της.  Οι απόλυτοι μαρξιστές που την ερμηνεύουν μη σχετικιστικά καταστρέφουν και διαστρεβλώνουν και την διαλεκτική του Μαρξ.  Προσεγγίζοντας την θεωρία του Μαρξισμού, μας εξηγεί, γιατί θα αφανισθεί το πολιτικό κράτος με την σοσιαλιστική επανάσταση;  Γιατί θα σβήσει η ιδεολογική σκέψη, γιατί χρησιμοποιούμε πολιτικούς θεσμούς και ιδεολογίες, γιατί η πλειοψηφία του λαού θα δημιουργήσει ισοτικές σχέσεις, γιατί η πολιτική είναι συντηρητική και άλλα πολλά.  Ο Μαρξ κατέληξε στα συμπεράσματα αυτά με λογικό τρόπο.  Σημασία δεν έχει αν συμφωνούμε η όχι με την θεωρία του.  Αλλά αν η θεωρία δίνει έννοια στα θέματα που έχουμε εμπειρία.  Είπε, για παράδειγμα, ο Μαρξ πως όσο υπάρχουν ελίτς, θα εξουσιάζεται η πράξη και η σκέψη ης κοινωνίας.  Ξέρουμε γιατί έφθασε σ’ αυτό το συμπέρασμα και αν ακόμη δεν συμφωνούμε μαζί του.  Όπως όλες οι άλλες θεωρίες και η μαρξιστική έχει τις αδυναμίες της, γιατί, π.χ., δεν πιστεύω, ότι ο βιομηχανικός εργάτης της μεσαίας τάξεως θα φέρει την επανάσταση.  Δεν πιστεύω, ότι η πλευρά της διανόησης στη βιομηχανική ελίτ είναι ο προτεσταντισμός που πίστευε ο Μαρξ. Πιστεύω ότι η πλευρά της διανόησης της βιομηχανικής ελίτ είναι η επιστημονική απολυτότητα.  Δηλαδή, υπάρχουν αντικειμενικές αλήθειες, ανεξάρτητες από τον παρατηρητή.  Ενώ η απόλυτη ερμηνεία περί Μαρξ καταστρέφει την ενότητα της θεωρίας του και της θέσης του, αντίθετα η σχετικιστική ερμηνεία δείχνει, ότι η θεωρία είναι ένας συνεχής τρόπος παρατήρησης και θεώρησης του κόσμου.  Το αν δεχόμαστε ή όχι αυτή την θεωρία είναι άλλο ζήτημα.  Βλέπουμε πάντως τα λογικώς συνδεδεμένα αξιώματα να έχουν συνοχή.

Ε:   Αυτά, όμως, που διαλαμβάνει η θεωρία του Μαρξ έχουν ειπωθεί πολύ πιό μπροστά από πολλούς Έλληνες φιλοσόφους;  Νομίζετε πως έχει αντιγράψει μερικούς;

Α:   Μάλιστα, υπήρξαν Έλληνες θεωρητικοί, οι οποίοι μίλησαν και πίστευαν στη διαλεκτική, όπως ο Πλάτων με την διαλεκτική του.  Αν και υπάρχει μια διαφορετική προσέγγιση, είναι γεγονός ότι από εκεί άρχισαν όλα.

Ε:   Πείτε μας μερικούς σε συγκριτική βάση;

Α:   Ο Μαρξ πήρε για παράδειγμα από τους Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Ηράκλειτο, Επίκουρο, Δημόκριτο και άλλους.

Ε:   Μπορούμε να πούμε, ότι η θεωρία του Μαρξ, στο μεγαλύτερο ποσοστό της, αποτελεί αντιγραφή Ελλήνων φιλοσόφων;

Α:   Ο όρος διαλεκτική, όπως γνωρίζουμε, είναι Ελληνικός, όπως και οι αντίστοιχοι αντίθεση-σύγκρουση, κ.λ.π.  Πρώτοι οι Έλληνες φιλόσοφοι ενδιαφέρονταν για τα φαινόμενα της αλλαγής, της κίνησης, της εξέλιξης.  Έτσι οι όροι της διαλεκτικής εξέλιξης, των αντιθέσεων και των αντιφάσεων, στη πορεία των πραγμάτων και των γεγονότων, δεν ήταν του Χέγκελ και του Μαρξ. Η ιδέα της πάλης των αντιθέσεων, των αιτιών που επιφέρουν την αλλαγή και την ανάπτυξη, ήταν ιδέες που κίνησαν πρώτα τους Έλληνες φιλοσόφους. Αναφέρομαι στους προ-φυσιοκρατικούς. Γι’ αυτούς ο κόσμος ήταν χωρισμένος και ο άνθρωπος το θύμα της διαλεκτικής αλληλεπίδρασης, π.χ. φως-σκοτάδι, κρύο-ζέστη, ζωή-θάνατος, κ.λ.π. Τα δύο στοιχεία είναι συνδεδεμένα.  Και αυτή η πάλη δίνει μια κυκλική και προοδευτική πορεία, π.χ. γέννηση, ωριμότητα, φθορά, θάνατος, αναγέννηση. Είναι μια φυσική εξέλιξη υπό την έννοια, ότι δεν την προωθεί ο άνθρωπος, αλλά απλώς είναι το υποκείμενο της φύσεως.  Η διαλεκτική του Χέγκελ και του Μάρξ διαφέρει από την θεωρία της φυσιοκρατικής πάλης στο ότι είναι πιό ανθρωποκεντρική.  Δηλαδή, ο κόσμος δεν είναι τα θύματα της πάλης των φυσικών δυνάμεων, αλλά οι άνθρωποι μόνοι τους, που την διαμορφώνουν.  Παρατηρούμε, ότι ο Μαρξ πίστευε ότι υπάρχει μια σχέση μεταξύ ιδέας και εμπειρίας, σκέψης και ύπαρξης, θεωρίας και πράξης.  Κάτι που υπάρχει στη σκέψη μας απεικονίζει κάποια εμπειρία, που αποτελεί την πραγματικότητα.  Ο Αριστοτέλης μας λέγει, πως η θεωρία και πράξη δεν αποτελούν ξεχωριστά πράγματα.  Ο Μάρξ δανείστηκε αυτές τις ιδέες, καθώς και άλλες πολλές κλειδιά και στήριξε την θεωρία του.  Ο Μαρξ είχε πει, πως στη σοσιαλιστική φάση, η διανομή πρέπει να γίνεται με βάση την αρχή της αμοιβής και ανάλογα της εργασίας εκάστου.  Ο Αριστοτέλης στα πολιτικά γράφει, ότι η Πολιτεία θα εξασφαλίζει την ισότητα ανάλογα με την αξία εκάστου.  Στις Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη, για ν’ αναφερθώ σ’ ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα, γίνεται για πρώτη φορά λόγος περί κομμουνισμού, αφού καθαρά μιλά για την διανομή της Γης και των χρημάτων σε ίσια μερίδια μεταξύ των ανθρώπων και κάνει ξεκάθαρα λόγο για κοινοκτημοσύνη.

Ε:   Μια και αναφερόμαστε στο Μαρξισμό, γνωρίζετε αν υπάρχουν διάφορες Σχολές πάνω στην θεωρία του;

Α:   Μάλιστα. Υπάρχουν δύο Σχολές και δύο Ερμηνείες. Πρόκειται για τους Απόλυτους Μαρξιστές και τους Σχετικιστές. Τα κεντρικά σημεία του Μαρξ, όπως ξέρουμε, ήταν πως θεωρία-πράξη και σκέψη-εμπειρία είναι συνδεμένα.  Το ερώτημα που εγείρεται εδώ είναι: Πρωτοπορεί η συναίσθηση της εμπειρίας;  Δηλαδή προκύπτουν νέες ιδέες στη σκέψη μας και μετά τις εφαρμόζουμε, για να μεταβληθεί ο κόσμος;  ‘Η η πράξη/συμφέρον μας οδηγεί στη σκέψη/συναίσθηση;  Ανεξάρτητα από το ότι οι Μαρξιστές δεν πρόσεξαν αυτό το σημείο ποτέ, εν τούτης ο Μαρξ υπήρξε πολύ σαφής. Ο Χέγκελ θέτει πρώτα την συναίσθηση.  Πίστευε πως όταν γεννηθεί μια νέα κοινωνικο-οικονομική πολιτική αντίληψη στη σκέψη του λαού, τότε αυτός ενεργεί να μετατρέψει το σύστημα ανάλογα.  Στη διάρκεια της διαδικασίας εμφανίζονται άλλες ιδέες-αντι–ταξικές—και έτσι η ιστορία προχωρά μπροστά.  Αντίθετα ο Μαρξ υποστήριξε, ότι δεν είναι οι ιδέες που κατευθύνουν την ιστορία, αλλά οι συγκρούσεις μεταξύ οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων.  Τόνισε: Μη παρατηρείτε τις ιδέες, αλλά τα συμφέροντα και τις επιδράσεις ως κίνητρα.  Είπε ακόμη, ότι τ’ άτομα κτίζουν τις κοινωνικο-οικονομικές και πολιτικές δομές, για να διατηρήσουν την κοινωνική και οικονομική τους θέση.  Και ότι όταν σκέψη-ύπαρξη, ιδέα-εμπειρία, θεωρία-πράξη έχουν μια ενότητα, τότε μόνο, μια εμπειρική αντίληψη της ιδεολογίας δίνει μια έννοια.

Ο Μαρξ εξήγησε, ότι με το να υποθέσουμε πως μπορεί κανείς πείσει τον κόσμο να εγκαταλείψει ένα φιλοσοφικό-ιδεολογικό πρόσχημα ή με το να εκθέσει μόνο τις ζημιογόνες λειτουργίες, τότε αγνοεί το κίνητρο, που τον οδηγεί να εγκαταστήσει παραγωγικές τάξεις. Τα μέλη μιας κοινωνίας θ’ αρχίσουν ν’ αποβάλουν την παραγωγική τους τάξη και την φιλοσοφική ή ιδεολογική τους λογική, όταν αυτή η τάξη δεν τα καταφέρει πλέον να διατηρηθεί κοινωνικο-οικονομικά.  Τα έργα του Μαρξ «Η Αγία Οικογένεια», «Η Γερμανική Ιδεολογία»,  Η Αθλιότητα της Φιλοσοφίας»,  «Οι Θέσεις στον Φέουρμπαχ» αποτελούν όλα επιθέσεις κατά των Μπρούνο Μπάουερ, Πράουντχόν, Φένερμπαχ και του νέου Εγκελιανού κινήματος. Όλοι αυτοί αγνοούσαν το κεντρικό σημείο.

Αρχίζουμε με τους Απόλυτους Μαρξιστές.  Πίστευαν ότι υπάρχει μιά αντικειμενική αλήθεια στην ιστορία, σε ποιό στάδιο βρίσκεται, κλπ, η οποία είναι ανεξάρτητη από έναν παρατηρητή. Ότι αυτή η αντικειμενική αλήθεια είναι σχετική με την εμπειρία και τα συμφέροντα των τάξεων, αλλά δεν είναι σχετική με τα άτομα. Μ’ αυτόν τον τρόπο, οι Απόλυτοι Μαρξιστές δείχνουν πως μόνο αυτοί μπορούν ν’ ανακαλύψουν την αλήθεια για την τάξη του προλεταριάτου, που θα οδηγήσει στη σοσιαλιστική επανάσταση.  Ο απόλυτος Μαρξισμός μπορεί να κάνει λάθος σε τρείς βάσεις: Οι υποστηρικτές του αποτυγχάνουν να κάνουν αυτό που επιμένουν, ότι ο Μαρξισμός μόνο είναι ικανός να κάνει.  Δηλαδή, να αποδείξουν την ανάγκη των συγχρόνων γεγονότων, δίνοντάς τους μια εμπειρική εξήγηση. Ένας μη μαρξιστής θεωρητικός μπορεί να υποστηρίζει, ότι αυτό είναι μια πρακτική αδυναμία που έχει να κάνει με την εφαρμογή της θεωρίας, παρά με την θεωρία αυτή καθ’ εαυτή.  Αλλά η ιδέα, ότι οι θεωρίες είναι φτιαγμένες έτσι, ώστε να μπορεί να δοθεί μια ιδιαίτερη εφαρμογή, είναι το επίκεντρο στη θεωρία του Μαρξ. Αν οι Απόλυτοι Μαρξιστές κριθούν από την δική τους διαλεκτική, η αποτυχία τους να δώσουν εμπειρικές επεξηγήσεις για τις σύγχρονες καταστάσεις, πρέπει να θεωρηθεί ένα πρόβλημα της θεωρίας, καθώς και της πρακτικής.  Μια απόλυτη επεξήγηση της θεωρίας του Μαρξ περί ιστορίας δίνει άνοδο στα συμπεράσματα τα οποία είναι αμφίβολα.

Τελικά το παράδειγμα οδηγεί τους Μαρξιστές, που το αναπτύσσουν σε κύρια συμπεράσματα για το κράτος, για την σοσιαλιστική επανάσταση, την ιδεολογία κ.λ.π., τα οποία είναι σε άμεση αντιλογία με τις θέσεις του Μαρξ.  Για να εκτιμήσουμε πως οι Απόλυτοι Μαρξιστές αποτυγχάνουν να περιγράψουν την ανάγκη των σύγχρονων γεγονότων, ας σκεφθούμε την διαφορά που υπέδειξε ο Μαρξ μεταξύ εμπειρικής εξήγησης-η οποία δείχνει την ιδεολογία των ανθρώπων ως μιας φυσικής έκφρασης των άμεσων συμφερόντων τους- και ιδεολογικής εξήγησης-η οποία περιγράφει τις ιδέες τους ως λάθος και μιλά ν’ αλλάξει την υπάρχουσα κατάσταση δίνοντας τους μια σωστή κατανόηση.  Ας θυμηθούμε επίσης, ότι ο ισχυρισμός των απολύτων ότι η σύνδεση της ιδέας και της εμπειρίας απευθύνεται μόνο στις τάξεις και στις κοινότητες, όχι στ’ άτομα.  Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις αντιλήψεις, συμπεραίνει κανείς, ότι, είτε η αλήθεια και οι νόμοι της ιστορίας έχουν μια φτιαχτή αριστερή προκατάληψη ή το απόλυτο παράδειγμα είναι πολύ αδυνατισμένο.  Ποτέ δεν εξηγούν τα κινήματα προς τα δεξιά, σαν αναγκαία με τον ίδιο τρόπο.  Και οι μάζες χάνουν σταθερά τον έλεγχο της συναίσθησής τους, οπότε στρέφουν προς αυτή την κατεύθυνση.  ‘Οταν μιλούν για επαναστάσεις, όπως π.χ. στη Ρωσία και στη Κίνα, οι Μαρξιστές μιλούν για τις αναπόφευκτες αντιφάσεις στις παραγωγικές σχέσεις, οι οποίες ωρίμασαν και άνοιξαν την πορεία προς τ’ αριστερά.  Πιστοί στη πρόταση, ότι η αλήθεια είναι σχετική με την εμπειρία των κοινοτήτων και τάξεων, αυτοί που αρχίζουν την επανάσταση απεικονίζονται σαν να έχουν τον έλεγχο των ενεργειών τους και γνωρίζουν κατευθυνόμενοι από μια σωστή κατανόηση της κατάστασής των και των αναγκών τους.  Αλλά περίεργα, οποτεδήποτε οι μάζες αλλάζουν κατεύθυνση προς τα δεξιά, η αλήθεια και η ανάγκη αυτομάτως τους αρνείται.  Κατά την διάρκεια τέτοιων ατυχών ιστορικών περιόδων λέγεται πως είναι εξαπατημένοι.

Ο πόλεμος είναι ένα άλλο φαινόμενο, για το οποίο οι Μαρξιστές έχουν αποτύχει να προβάλλουν μια εμπειρική εξήγηση.  Καθώς η παγκόσμια οικονομία έφθασε σε μια κρίση, τις αρχές του 1900, ο Λένιν και οι άλλοι ηγετικοί Ρώσοι Μαρξιστές διαβεβαίωσαν τους εαυτούς των, ότι οι Ευρωπαίοι εργάτες ήσαν πολύ ενήμεροι για τα συμφέροντα των τάξεων τους, για ν’ αγωνιστούν για τα καπιταλιστικά αφεντικά τους.  Ακόμη τόλμησαν να ελπίσουν, ότι οι ρώσοι εργάτες μπορούσαν ν’ αντισταθούν.  Όταν ο πόλεμος άρχισε και οι εργάτες της Ευρώπης και της Ρωσίας μπήκαν μ’ ενθουσιασμό στη σύρραξη, οι μπολσεβίκοι και οι μενσεβίκοι, όσοι δεν στρατολογήθηκαν, αυτομάτως προετοίμασαν μια όχι εμπειρική εξήγηση.  Μαρξιστές διανοούμενοι είπαν μ’ ένα ιδεαλιστικό τρόπο, ότι οι εργάτες είχαν συγχυσθεί.  Είχαν εξαπατηθεί στο να εγκαταλείψουν την υπεράσπιση των αληθινών προλεταριακών συμφερόντων.  Ο κοινός νους προτείνει, ότι αν η επανάσταση είναι νόμιμη και υποκείμενη της πρακτικής εξήγησης, ο πόλεμος πρέπει να είναι εξίσου το ίδιο.  Ίσως, το πιο σπουδαίο απ’ όλα είναι, ότι δεν είπαν για την υγεία του καπιταλισμού, κατά την διάρκεια των 100 χρόνων από τότε που πέθανε ο Μαρξ.

Όταν προστρέξουμε στην ιστορία, από το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, είναι μια απόδειξη, ότι αυτό που νόμισε ο Μαρξ, ότι είναι θανατηφόρες οδύνες της καπιταλιστικής τάξεως στις Η.Π.Α. και στην Ευρώπη ήταν πράγματι πόνοι συνδεδεμένοι με την νεότητά του.  Αν κανείς πιστεύει, ότι η Ρωσική και κινεζική επανάσταση ήσαν καπιταλιστικές από την αρχή.  Η ότι τ’ αστικά, μετά απ’ αυτά, έχουν αντιστρέψει τα πράγματα, η ζωτικότητα των καπιταλιστικών σχέσεων είναι ακόμη φανερή ακόμη και στις χώρες αυτές.  Σύμφωνα με τη θέση του Μαρξ, κάνοντας μια θεωρία, συμπεριλαμβάνουμε την περιγραφή της χρησιμότητας των επικρατούντων τάξεων, έτσι που δείχνει πως οι ιδεολογίες είναι οι λογικές στην εποχή τους.  Που είναι οι Μαρξιστικές αναλύσεις, που κάνουν αυτά τα πράγματα, σήμερα;  Είναι σαν το καπιταλιστικό σύστημα που σταμάτησε να είναι αναγκαίο, όταν ο Μαρξ άφησε την πέννα του.  Τότε, υπάρχουν τα διφορούμενα και όχι τα πειστικά χαρακτηριστικά της ενόρασης.  Διακηρύσσοντας την κοινωνικο-οικονομική αλήθεια σχετική των εμπειριών και συμφερόντων των τάξεων, αλλά όχι για τα άτομα, τότε, οι απόλυτοι μας ζητούν να δεχθούμε, ότι αν αρχίσουμε με μια τάξη από τα εκατομμύρια των ανθρώπων και τους απομακρύνουμε έναν-έναν, σ’ ένα υποτιθέμενο νούμερο-832,003, ίσως 725 ή 4-η αλήθεια αυτόματα θα εγκαταλείψει αυτούς που παρέμειναν.  Δεν φαίνεται καθαρά, αν πιστεύουν πως η αλήθεια λήγει κάτω από τέτοιες πλαδαρές προϋποθέσεις, η απλώς κρύβεται, περιμένοντας και ελπίζοντας για ένα πιο σεβαστό πληθυσμό.

Οι σχετικιστικοί Μαρξιστές πιστεύουν στο επιχείρημα του Μαρξ, ότι υπάρχει μια ενότητα μεταξύ σκέψης και πράξης.  Πιστεύουν ότι οι ιδέες δεν απελευθερώνονται ποτέ από την εμπειρία μας, για ν’ απεικονίσουν την εμπειρία κάποιου άλλου ατόμου. Επίσης, για τους σχετικιστές, η σύνδεση μεταξύ πράξης και σκέψης είναι όχι μόνο για τις τάξεις που πιστεύουν οι απόλυτοι αλλά είναι και για κάθε άτομο.  Η ενότητα αυτή υπάρχει, είτε ο κόσμος κινηθεί προς τ’ αριστερά, ή προς τα δεξιά.  Δεν πιστεύουν οι σχετικιστικοί σε αντικειμενικές αλήθειες, αλλά η κάθε αλήθεια για κάθε άτομο απεικονίζει την εμπειρία και το συμφέρον του ατόμου.  Δεν  πιστεύουν σε αντικειμενικές αλήθειες, που είναι ανεξάρτητες από τον παρατηρητή, ούτε πιστεύουν σε λανθασμένη συναίσθηση.

Επαναλαμβάνοντας τα κύρια χαρακτηριστικά της Μαρξιστικής σχετικιστικής επιστημολογίας, αν κανείς λέγοντας αντικειμενική ανάλυση εννοεί αυτή που είναι λιγότερη συμφέρουσα-παράγων, ή πιο απεικονιστική της πραγματικότητας, ο σχετικισμός δεν εφοδιάζει καμιά βάση, για να πιστεύει σε πιο αντικειμενική κατανόηση.  Στο επίπεδο των ιδεών, η μοναδική απάντηση που δίνουν οι σχετικιστές σ’ αυτούς που διαφωνούν είναι «εσείς έχετε τις δικές σας αλήθειες κι εμείς τις δικές μας».  Αλλά, αν αυτό οδηγεί σ’ ένα αδιέξοδο, που οι ιδέες έχουν σχέση με την απομάκρυνση, ο σχετικιστικός μαρξισμός πιέζει καθαρά του οπαδούς προς την εμπειρική πορεία που επέμενε ο Μαρξ.  Δεδομένου του προβαλλομένου μεταξύ συναίσθησης και ύπαρξης, αντίληψης και θέσης των άλλων, μπορεί μόνο να εννοεί εντοπισμό των εμπειρικών θεμελιώσεων των αντιλήψεών των, π.χ. να βρεθούν απόψεις των συμφερόντων εκ των οποίων εκείνες οι αντιλήψεις είναι βάσιμες.

Συνεπώς, αν με αντικειμενικές μελέτες εννοεί κανείς μελέτες, που δείχνουν τις ιστορικές δραστηριότητες και τις συνοδευόμενες λογικές των ατόμων-κοινοτήτων, τάξεων, ως αναπτυσσομένων προς υποστήριξη των υλικών τους συμφερόντων ο προσανατολισμός των σχετιστικών φαίνεται να είναι κατάλληλος γι’ αντικειμενική έρευνα. Όπως το απόλυτο παράδειγμα, ο Μαρξιστικός σχετικισμός δίνει καθαρές οδηγίες στους κοινωνικούς θεωρητικούς, που θα τον χρησιμοποιήσουν.  Δηλαδή, ο αρχικός τους σκοπός θα πρέπει ν’ αναγνωρίζει τις εμπειρικές βάσεις απ’ όλες τις κύριες προοπτικές, συμπεριλαμβάνοντας και τις δικές τους.  Σε καμιά περίπτωση η σχετικιστική διαλεκτική δεν τους επιτρέπει ν’ απορρίπτουν απαράλλακτες αντιλήψεις ως «παράλογες», «όχι αντικειμενικές», ή «λανθασμένες».

Επίσης, πρέπει να διακρίνουν πάλι με εμπειρικούς όρους ποιές αντιλήψεις είναι προσχήματα για υποστήριξη των ευρύτερων συμφερόντων της ανθρωπότητας.  Και ποιά προσχήματα υπάρχουν για την διατήρηση των μειοψηφικών συμφερόντων, σ’ αντίθεση των ανθρωπίνων αναγκών.  Πρέπει να υποδεικνύουν τις υλικές (εμπειρικές) αιτίες, γιατί συγκεκριμένες διορατικότητες μεγαλώνουν ή παραπλανούν σε δημοτικότητα, κερδίζουν ή χάνουν την αλήθεια.  Επειδή το παράδειγμα τους προτείνει, ότι είναι μόνο η αλήθεια της εμπειρίας-συμφέρον, για να καταλάβουν τα άτομα οι σχετικιστικοί μαρξιστές πρέπει να συγκεντρώνουν την προσοχή τους σε άτομα, ενώ για να κατανοήσουν κοινότητες-τάξεις πρέπει να την συγκεντρώνουν σε τέτοιες μεγαλύτερες ομάδες. Μια και το παράδειγμα απεικονίζει συμφέροντα της κοινότητας-τάξης ως παραγωγικές από συσσωρευμένα ατομικά συμφέροντα, οι σχετικιστικοί είναι πιεσμένοι να σχετίζουν τους εαυτούς των, με το να δείχνουν τις εμπειρικές συνδέσεις μεταξύ ατόμων και κοινοτήτων-τάξεων στις οποίες δίνουν την υποταγή τους.  Οι εμπειρικές κατευθύνσεις στις οποίες τα μέλη της κοινότητας δίνουν την δυνατότητα στ’ άτομα—από τον φτωχότερο στον πλουσιότερο—να διατηρήσουν τις διάφορες ποσοτικές κοινωνικές θέσεις τους.

Ο Μαρξ υποστήριζε, ότι το μοναδικό λειτούργημα πολιτικής δραστηριότητας-οργανισμών-ιδεολογίας είναι να υποστηρίζουν τα συμφέροντα των ελίτς έναντι αυτών που έχουν λιγότερα.  Οι σχετικιστικοί μαρξιστές ερμηνεύουν αυτό εννοώντας, ότι όπως οι τάξεις έτσι και τ’ άτομα χρησιμοποιούν πολιτική σκέψη και πράξη προς υποστήριξη ευνοουμένων συμφερόντων. Όσο η κοινωνική τους θέση είναι πιο ελίτ, τόσο πιο πολύ θα κυριαρχήσουν την πολιτική και την φιλοσοφία της κοινότητάς τους ή της τάξης τους, για να την προστατεύσουν.  Καθώς, η κοινωνικο-οικονομική κρίση χωρίζει μια κοινωνία σε δύο ομάδες, τα μέλη των οποίων δεν μπορούν να διατηρήσουν τις κοινωνικές τους υπάρξεις, για τον Μαρξ ο ορισμός για τέτοιες ομάδες είναι τάξεις, για τις οποίες ο σχετικιστικός μαρξισμός ως αποτέλεσμα γίνεται αλήθεια για το στοιχείο με την λιγότερη θέση, δηλαδή η λιγότερη εξουσία στην πολιτική και στην ιδεολογία της κοινότητας, ότι το κράτος είναι όργανο της καταπίεσης, ασκώντας εξουσία απ’ αυτούς που έχουν, και ότι η ιδεολογία της κοινότητας είναι παρομοίως υπό την εξουσία τους.

Οι απόλυτοι Μαρξιστές εξαιρούν τις ατομικές τους προσπάθειες από τον όρο του Μαρξ, ότι η πολιτική σκέψη και πράξη προβλέπει την υπεράσπιση της κοινωνικής ύπαρξης.  Στις ενέργειές τους παρουσιάζουν το λειτούργημά τους ως επιθετικό, δίνοντας έμφαση στον σοσιαλιστικό-ισοτικό κόσμο που αγωνίζεται να δημιουργήσει.  Η σχετικιστική ερμηνεία του Μαρξ δεν επιτρέπει να γίνονται τέτοιες εξαιρέσεις.  Αν η σκέψη και η πράξη είναι πάντα ενωμένες και η πολιτική συναίσθηση είναι υπεράσπιση του συμφέροντος, τότε, αυτό ισχύει και για τον καθένα μας.  Οι πολιτικές διαπιστώσεις του κάθε ατόμου, συμπεριλαμβανομένων και των Μαρξιστών, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για ατομική κοινωνικο-οικονομική προστασία.  Αυτή είναι μια άλλη συνέπεια του σχετικιστικού μαρξισμού, η οποία μπορεί να φαίνεται παράλογη με πρώτη ματιά.

Παρά ταύτα, οι Μαρξιστές-άλλωστε και οι Μη Μαρξιστές πολιτικοί δραστήριοι- δεν βλέπουν τους εαυτούς τους  ν’ αγωνίζονται προς το δικό τους όφελος.  Εν τούτοις, εξετάζοντας την υποδεικνυόμενη όψη της λογικής των σχετικιστικών, παρατηρούμε ένα από τα πάνω αληθοφανή χαρακτηριστικά. Το σημείο των επιχειρηματολογιών τους είναι, ότι χωρίζουμε σε τμήματα και προσδιορίζουμε την εμπειρία από τρόπους που προϋποθέτουν μια διατήρηση των ατομικών μας συμφερόντων.  Ποτέ δεν αναπτύσσουμε ιδέες στη σκέψη μας, που θ’ αποτύχουν την διατήρησή μας.  Αν κατά τύχη αναπτυχθεί καμιά ιδέα, απορρίπτεται αυτομάτως.

Όταν  ένας εκατομμυριούχος πετρελαίου, ένας ακαδημαϊκός μεσαίας τάξης και ένας άνεργος μετανάστης λάβουν υπόψη τους πως να λύσουν τα προβλήματα της χώρας τους, όλοι αρχίζουν με την προϋπόθεση, ότι όταν περάσει η κρίση, οι ίδιοι δεν θα χάσουν. Ο εκατομμυριούχος, αυτομάτως, σκέφτεται σχέδια τα οποία, αν δεν τα εφαρμόσει, θα παραμείνει ο ίδιος με τα εκατομμύριά του.  Κατά τον ίδιο τρόπο, ούτε ο ακαδημαϊκός, αλλά ούτε και ο άνεργος μετανάστης θα φτιάξουν προγράμματα τα οποία θα φέρουν μείωση των κοινωνικών τους καταστάσεων.

Ο σχετικιστικός μαρξισμός δηλώνει πως ο σκοπός για την διατήρηση της κοινωνικής ύπαρξης υπαγορεύει πως ο καθένας από μας προσδιορίζει τις λέξεις μας, καθώς και τον χαρακτήρα των πολιτικών περιγραφών και προδιαγραφών,  που χρησιμοποιούμε για  να χτίσουμε.  Η σχετικιστική διαλεκτική αξιώνει, ότι η ιστορία κινείται, διότι άτομα-κοινότητες-τάξεις βρίσκουν πως τα συμφέροντά τους και οι αλήθειες τους, δημιουργήθηκαν για την προστασία τους, βρίσκονται σε διαμάχη με τους άλλους.  Η συζήτηση του Μαρξ, ότι η συναίσθηση ακολουθεί, ότι μυθιστορίζονται πολιτικές οράσεις, αναπτύσσονται μόνο, όταν τα παλιά συμφέροντα είναι σε κίνδυνο από τις νέες υλικές καταστάσεις, πρέπει επίσης να θεωρηθούν όχι μόνο για τις κοινότητες-τάξεις, αλλά και για τ’ άτομα.  Οι περιγραφές «φεουδαρχισμός»,  «καπιταλισμός», «σοσιαλισμός»,  «το προλεταριάτο» και «η αστική τάξη» είναι HEURISTIC μηχανισμοί για τον σχετικιστή παρομοίως με τις έννοιες «αρσενικός» και «θηλυκός» ή «ζωή» και «θάνατος».  Τις ερμηνείες αυτές τις χρησιμοποιούμε, για να οργανώσουμε μια εμπειρία, ώστε να μπορέσουμε να χειρισθούμε κάτι που μας ευχαριστεί.  Αφού δεν αντιπροσωπεύουν πραγματικότητες, που είναι ανεξάρτητες από την εμπειρία-συμφέρον και η εμπειρία-συμφέρον είναι σ’ εξέλιξη, τότε, τέτοιες έννοιες δεν μπορούν ποτέ να είναι ακριβείς.

Ανακεφαλαιώνοντας, οι απόλυτοι πιστεύουν, ότι υπάρχει μια αλήθεια, που είναι ανεξάρτητη από τον παρατηρητή σε σχέση με μια ιστορική περίοδο, σε ποιό στάδιο της ιστορίας βρισκόμαστε και που οδεύει, σε σχέση με μια τάξη ή τάξεις, πως τα συμφέροντα των τάξεων βρίσκονται σε πάλη. Όλες αυτές οι αλήθειες είναι απόλυτες, ανεξάρτητες από έναν παρατηρητή.  Για τον απόλυτο Μαρξιστή ή την θεωρία του, η αλήθεια για την τάξη δεν είναι ανεξάρτητη αλλά σχετική.  Είναι ανεξάρτητη και όχι σχετική για το άτομο.  Δηλαδή το άτομο έχει λανθασμένη συναίσθηση, δεν γνωρίζει τα συμφέροντά του, έχει γίνει πλύση εγκεφάλου.  Τα άτομα είναι λανθασμένα, γιατί οι αλήθειες αυτές είναι φτιαγμένες έτσι σαν να έχουν απόλυτη ύπαρξη και ανεξάρτητη.  Έτσι, οι απόλυτοι φθάνουν στα συμπεράσματα των ελίτς.  Το πιστεύουν αυτό, διότι θέλουν το κόμμα, η δικτατορία του προλεταριάτου να γνωρίζει την αλήθεια και να την επιβάλλουν στα άτομα, ότι, δηλαδή, η τάξη έχει καλύτερη γνώση για την αλήθεια γιατί υπάρχουν άτομα που είναι πιο ειδικά και πιο διανοούμενα.  Ο σχετικιστής, όμως, πιστεύει ότι, όταν δούμε τα επιχειρήματα του Μάρξ, δεν βλέπουμε διαχωρισμό μεταξύ σκέψης και πράξης και αλήθειες που να υπάρχουν κάπου ανεξάρτητες διαφορές.  Αντίθετα ο σχετικιστής-μαρξιστής δεν πιστεύει, πως υπάρχει αντικειμενική μορφή, ανεξάρτητη από κάποιο παρατηρητή.  Πιστεύει ότι όλες οι αλήθειες είναι χρήσιμες επινοήσεις, για άτομα, καθώς και για τις τάξεις.  Ενώ για τους απόλυτους είναι χρήσιμες επινοήσεις μόνο για τις τάξεις.

Ε:   Αναφερόμενοι στον απόλυτο μαρξισμό, υπάρχουν απόλυτοι θεωρητικοί στη Δύση που διαφέρουν από τους απόλυτους μαρξιστές του «κομμουνιστικού κόσμου»;

Α:   Η διαφορά τους δεν είναι φιλοσοφική, αλλά μόνο ως προς η μέθοδο, δηλαδή χρησιμοποιούν διαφορετικό τρόπο, διαφορετική μεθοδολογία.  Οι απόλυτοι ελίτς και των δύο πλευρών πιστεύουν, ότι υπάρχει αντικειμενική αλήθεια που είναι ανεξάρτητη από τον κάθε παρατηρητή και μόνο αυτοί την γνωρίζουν, και την ανακαλύπτουν για τους άλλους.  Οι απόλυτοι «κομμουνιστές» ισχυρίζονται, ότι ο μαρξισμός είναι η σωστή μέθοδος για την ανακάλυψη της αντικειμενικής αλήθειας και οι ελίτς γνωρίζουν την σωστή μέθοδο, για ν’ ανακαλύπτουν την αλήθεια για τις μάζες.  Αντίθετα στη Δύση, οι ελίτς λένε, ότι ανακαλύπτουν την αντικειμενική αλήθεια χωρίς τον μαρξισμό, αλλά διά μέσου των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, διότι οι επιστήμονες που αντιπροσωπεύουν την βιομηχανική ελίτ γνωρίζουν την επιστημονική μέθοδο.  Και στις δύο απόλυτες πλευρές δεν συμφέρει να παραδεχθούν, ότι η κάθε αλήθεια είναι σχετική για κάθε άτομο και απεικονίζει την εμπειρία του συμφέροντος του ατόμου.  Και οι δύο πλευρές λένε, ότι εμείς ανακαλύπτουμε τις αλήθειες για σας, εσείς δεν έχετε επαφή με την αντικειμενική αλήθεια και κατ’ αυτό τον τρόπο διατηρείται η θέση των ελίτ εναντίον των λαών.

Ε:   Ποιό είναι το μέλλον του μαρξισμού σαν πολιτικό σύστημα διακυβέρνησης στο σημερινό κόσμο;

Α:   Ο μαρξισμός θα επανέλθει στο μέλλον, σε λίγα χρόνια, στις σκέψεις ορισμένων, αλλά και γενικά στο κόσμο.  Αλλά αυτή τη φορά θα δούμε ότι θα δοθεί πιο πολύ έμφαση στον σχετικιστικό μαρξισμό, παρά στον απόλυτο του παρελθόντος. Δηλαδή, αυτή τη φορά θα δίνουν πιο πολύ εμπειρικές αναλύσεις στην ώθηση των γεγονότων και καταστάσεων.

Ε:   Γιατί κατά την γνώμη σας;

Α:   Πιστεύω ότι ο σχετικιστικός μαρξισμός θα εμφανισθεί τα επόμενα χρόνια, γιατί η εμπειρία του κόσμου θα τον αναγκάσει να σκεφθεί σχετικιστικά.  Καθώς η βιομηχανική ελίτ δομή αναπτύσσεται μαζί με την πρόοδο φέρνει και τ’ αρνητικά της στοιχεία.  Και επειδή η κρίση είναι κοινή για όλους, δεν μπορεί να δοθεί λύση παρά μόνο με μιά κοινή προσπάθεια.  Η εργατική μεσαία τάξη πιέζεται και επιβαρύνεται από την κάθε τεχνική οικονομική κρίση.  Ο πλούτος διανέμεται άνισα όλο και περισσότερο.  Η μεσαία τάξη δεν μπορεί τώρα ν’ αποταμιεύσει και να επενδύσει όπως πριν.  Παρατηρούμε αύξηση των αστέγων και της ανεργίας.  Μπορεί να διέλθουμε μια περίοδο που τα συμφέροντα των ελίτς θ’ αναγκαστούν να πάρουν μια πιο δεξιά κίνηση, όσο οι εργάτες συνεχίζουν να παράγουν για την διατήρηση των ελίτς. Ίσως, πάμε προς τα δεξιά για ένα χρονικό διάστημα.  Αλλά δεν θ’ αργήσει ο καιρός που θα δούμε μια συναίσθηση πιο ισονομική στη σκέψη του κόσμου, της οποίας κίνητρο θα είναι η εμπειρία που ο κόσμος, ήδη, θα περνάει. Γιατί, μέχρι τώρα, αυτοαποκαλείτο αριστερή συναίσθηση, αλλά ποτέ δεν είχαμε μιά πραγματική αριστερή συναίσθηση, που να έχει κίνητρό της την ισοτική εμπειρία, τον ισοτικό εμπειρισμό.

Η εμπειρία του μέλλοντος θα κάνει τον κόσμο να σκεφθεί πιο σχετικιστικά, γιατί τα προβλήματα θα είναι πιο κοινά. Τα κράτη και τα κόμματα προσπαθούν να προσαρμοσθούν και να συμμετάσχουν στις σημερινές εξελίξεις της εποχής μας και στις αλλαγές της.  Με την δικαιολογία αυτή, οι ελίτς των χωρών γράφουν την φιλοσοφία και την ιδεολογία των νέων θέσεων που περνούν αποβάλλοντας τις παλιές ετικέτες, όπως π.χ. την «κομμουνιστική», την «σοσιαλιστική» κ.λ.π.  Οι μετονομασίες είτε είναι δημοκρατικά, είτε σοσιαλιστικά, είτε κομμουνιστικά κόμματα, το γεγονός είναι, ότι βρισκόμαστε στη βιομηχανική ελίτ, δηλαδή την καπιταλιστική κοινωνία.  Ένα παράδειγμα αποτελεί ο Αντιστράτηγος της Σοβιετικής Ένωσης DIMITRI KOIKOGONOV, ο οποίος είπε: «η μετονομασία πρέπει να γίνει, για ν’ αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη του λαού».  Αυτό που παρατηρείται στις αλλαγές της Ανατολικής Ευρώπης είναι, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Δύση βλέπουν, πως η δομή των κρατών αυτών βρισκόταν στα χέρια των ελίτ.  Και τώρα βοηθούν οι νέες κυβερνήσεις την βιομηχανική-οικονομική δομή των κρατών να παραμείνει στα χέρια και στις θέσεις των νέων ελίτς και ας αυτοαποκαλούνται σοσιαλιστές, κομμουνιστές, ή δημοκράτες ή δημοκρατικοί σοσιαλιστές.  Αυτό που φοβούνται όλοι είναι μην τυχόν, μετά απ’ όλες αυτές τις αλλαγές, γίνει κανένα ισοτικό κίνημα και η εξουσία περιέλθει στα χέρια του λαού.

Έτσι, με την ενοποίηση του διεθνούς κεφαλαίου, το μονοπώλιο των βιομηχανιών και τραπεζών, μέσα στη βιομηχανική ελίτ δομή, βλέπουμε ν’ αυξάνεται η κρίση της δομής αυτής.  Και για πρώτη φορά θα δούμε στο μέλλον, ότι ο κόσμος θ’ αναφερθεί στη σκέψη του σχετικιστικού μαρξισμού.  Η πράξη και η εμπειρία θα κάνουν τον κόσμο να σκεφθεί σχετικιστικά.   Οι νέες ονομασίες, που δίνουν στα κόμματα οι ελίτς, είναι τα νέα προσχήματα για την διατήρηση των συμφερόντων τους και την θέση της ελίτ.  Πρέπει να γνωρίζουμε, ότι μια ιδεολογία δεν είναι μόνο η λογική της εποχής της.  Αν η σκέψη και η πράξη είναι ενωμένες, αν η πολιτική δραστηριότητα είναι αμυντική για τα κοινωνικο-οικονομικά συμφέροντα, που υπάρχουν, επόμενος, και οι Ελίτς, πάντοτε, εξουσιάζουν το πολιτικό κράτος, τότε οι ίδιοι οι Ελίτς πρέπει να κυριαρχούν και στην άποψη των ιδεών.

Και το βλέπουμε και σήμερα, όταν οι σημερινοί ελίτς αλλάζουν τα ονόματα των κομμάτων και γράφουν τις αλλαγές της ιδεολογίας.  Αν οι σκέψεις, οι οποίες πηγάζουν από τις εμπειρίες-συμφέροντα των χαμηλότερων τάξεων, χρησιμοποιούνταν από μια ιεραρχικώς οικοδομημένη κοινωνία, σαν δική της φιλοσοφία, τότε αυτό θα αποδείκνυε ότι ήταν ακατάλληλη αυτή η φιλοσοφία των χαμηλότερων τάξεων ως πρόσχημα για τα ευνοούμενα συμφέροντα των ελίτς.  Αφ’ ετέρου, αφού μια παραγωγική τάξη συνεχίζεται να είναι βιώσιμη, τότε, οι ιδέες που προέρχονται από τις εμπειρίες-συμφέροντα των ελίτς, εύκολα θα επαρκέσουν να διατηρήσουν την χαμηλότερη κοινωνική θέση των μαζών.  Τότε, οι ελίτς είναι αναγκασμένοι να βρουν ένα τρόπο, που θα δώσει σημασία στις αλήθειες τους, θα τους δώσει μια εξαιρετική δύναμη διατηρώντας τα συμφέροντά τους. Κατά την εκτίμηση του Μάρξ, το κάνουν αυτό αυθόρμητα και χωρίς στοχασμούς.

Έτσι, η ανάλυση του Μαρξ τον οδήγησε να συμπεράνει, πως εφ’όσον οι τάξεις συνεχίζουν να υπάρχουν, τότε, οι παραγωγικοί Ελίτς θα συνεχίζουν να εξουσιάζουν όχι μόνο φυσικά αλλά και διανοητικά και λέγει ο ίδιος: «Οι ιδέες της κυριαρχούσα τάξης είναι κυριάρχουσες σε κάθε εποχή, π.χ. η τάξη η οποία είναι η κυριαρχούσα εμπειρική δύναμη της κοινωνίας, την ίδια στιγμή, είναι και η κυριαρχούσα διανοητική της δύναμη…. Οι κυριαρχούσες ιδέες δεν είναι τίποτε περισσότερο από την ιδεαλιστική έκφραση των υπερισχυουσών υλικών σχέσεων συλλαμβανόμενες ως ιδέες»  Έτσι, με την κρίση της βιομηχανικής ελίτ-δομής θα δούμε στο μέλλον, ότι ο μαρξισμός θα εμφανισθεί σχετικιστικά αυτή τη φορά και λιγότερο ιδεαλιστικά.  Γι’ αυτό και παρατηρούμε, σήμερα, τους ελίτς να έχουν την ανάγκη ν’ αλλάξουν την ιδεολογία των κομμάτων τους, προσπαθώντας να κυριαρχήσουν την εμπειρία και την φιλοσοφία μετά τις νέες αλλαγές.

Ε:   Δηλαδή, ακόμα και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, που βρίσκονται στον κολοφώνα του καπιταλισμού;

Α:  Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα χάσουν ένα μεγάλο μέρος της ανταγωνιστικής μάχης.  Και θα είναι μια από τις πρώτες χώρες που θ’ αρχίσουν ν’ αναπτύσσουν μια εμπειρική λογική.  Η σχέση μιας σχετικιστικής μαρξιστικής ανάλυσης στην κατάσταση της κρίσης του βιομηχανικού ελίτ είναι προφανής.  Οι βιομηχανικές κοινωνίες και ασφαλώς οι Ηνωμένες Πολιτείες εισέρχονται σε μια κατάσταση στην οποία η διατήρηση της κοινωνικο-οικονομικής θέσης των «μαζών» θ’ απαιτήσει να σκεφθούν διαλεκτικά, να δουν ότι ο εχθρός τους είναι το βιομηχανικό σύστημα και οι λειτουργικές του προϋποθέσεις.  Η λογική της εμπειρίας μας προειδοποιεί για ένα εξαντλημένο σύστημα στη «νεκρά κλίνη».  Οι ασθένειες και τα βάσανα του κόσμου μεγαλώνουν καθημερινά.  Η ανεργία, ή άσχημη στέγαση, η κακή διατροφή, η στέρηση της διατροφής και της ιατροφαρμακευτική περίθαλψης, τα ναρκωτικά, τα κοινωνικά προβλήματα, η μιζέρια, η φτώχια, τα γκέτο, οι πιστώσει, οι δυσκολίες, για να επιζήσει η μεσαία τάξη κ.τ.λ., όλα αυτά αναγκάζουν τον κόσμο να κρίνει τα πράγματα κάνοντας εμπειρικές αναλύσεις και όχι ιδεαλιστικές.  Αιτία για όλα αυτά είναι η κρίση του κοινωνικο-οικονομικού-πολιτικού συστήματος, το οποίο εισέρχεται στο στάδιο της κρίσης του. Έτσι, βλέπουμε μια κοινωνία να υπάρχει και ν’ αυξάνεται μέσα στα σπλάχνα της παλιάς..  Η εμπειρία είναι εκείνη που θα δώσει ώθηση σ’ ένα μεγάλο αριθμό ανθρώπων, σε μια εμπειρική συναίσθηση.  Θα βλέπουν τα πράγματα, βάσει της εμπειρίας και ο σχετικιστικός μαρξισμός θα εμφανισθεί και στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα επόμενα χρόνια. Γι’ αυτό και σήμερα, παρόλο που οι αξιωματούχοι αμερικανοί λέγουν, ότι ο κομμουνισμός πέθανε, οι τάξεις και τα σεμινάρια που διδάσκουν μαρξισμό σε πανεπιστήμια της Αμερικής είναι γεμάτα, σε σύγκριση με το παρελθόν.  Και αυτό γιατί πολλοί βλέπουν, πως κάτι συμβαίνει.

Ε:   Στη Σοβιετική Ένωση, ύστερα από τις τραγικές εμπειρίες που πέρασε, είναι δυνατόν να επανέλθει, έστω με τη μορφή που την περιγράφετε;

Α:   Δεν θα έλεγα να επανέλθει, διότι ασφαλώς ποτέ δεν υπήρξε όπως είπα.  Αυτό που είχε η Σοβιετική Ένωση, μετά την επανάσταση, ήταν ένα απολυταρχικό κρατικό καπιταλιστικό σύστημα.  Οι βιομηχανικοί ελίτς χρησιμοποίησαν απολυταρχικές μεθόδους και εξαναγκασμό, για να κρατήσουν ένα μεγάλο αριθμό υπό έλεγχο, ιδιαιτέρως στους χωρικούς εργάτες. Και τώρα γνωρίζουν, ότι ο πιο εύκολος δρόμος και ο μοναδικός τρόπος, για να διατηρηθούν οι ελίτς είναι ν’ ανοιχθούν στον έξω κόσμο.  Αν δεν ανοιχθούν, δεν θα μπορέσουν ν’ ανταγωνισθούν με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ιαπωνία, την Ευρώπη.  Πρέπει ν’ αναπτύξουν υψηλή τεχνολογία και ανάπτυξη.  Και αυτό που αναμένεται τώρα είναι ένα λιγότερο απολυταρχικό κρατικό καπιταλιστικό σύστημα.  Αν και δεν είναι σίγουρο, ότι θα παραμείνει ένα μη απολυταρχικό, όπως είναι τώρα, διότι οι εργάτες θα πληρώσουν για την μεταβολή προς το άνοιγμα της οικονομίας, προς μια υψηλότερη τεχνολογία, και θα δημιουργηθεί ανεργία, κ.τ.λ.  Και ίσως χρειασθεί να κινηθούν προς μιά απολυταρχική δομή για λίγο διάστημα.  Πιθανόν να το δούμε ακόμη και σε κράτη της Ανατολικής Ευρώπης.  Και αν ακόμη στη Ρωσία αλλάξει τ’ όνομα από «κομμουνισμός» σε «σοσιαλισμό» δεν θα δούμε μια δομή μαρξιστικού πολιτικού συστήματος στη πράξη.  Είναι παράλογο να πιστεύουμε, σε κάτι τέτοιο, εφ’ όσον ζούμε σε ταξικές προνομιούχες κοινωνίες.  Και όταν λέτε, αν είναι δυνατόν να επανέλθει, έστω και σε μιά τέτοια μορφή, νομίζω ότι κάνουμε λάθος, αν πιστεύουμε σε κάτι τέτοιο.  Κατ’ αρχήν, δεν υπήρχε, ούτε σε σχέση που αποκαλείται ισοτική κοινωνία.  Δηλαδή, πιστεύουν πολλοί, ότι την εξουσία, την βιομηχανική παραγωγή την είχε ο λαός στα χέρια του;  Ότι ο λαός είχε εξίσου δύναμη παραγωγής και κατανάλωσης το ίδιο με την ελίτ;  Δηλαδή, εσείς πιστεύετε ότι την εξουσία την είχε ο λαός και τώρα αυτός ο «κομμουνιστικός» λαός δέχεται να την παραδώσει στους καπιταλιστές;  Δηλαδή, ο λαός των χωρών αυτών, σήμερα, μάχεται να παραμείνει το σύστημα ή ν’ αλλάξει;  Και εκεί θα δούμε τον Μαρξισμό να επανεμφανίζεται με αλλαγές και να ταιριάζει στα καινούργια μέτρα της μελλοντικής διακυβέρνησης.

Ε:   Ποιά είναι εκείνη η πολιτική σχολή και δύναμη, που θα είναι σε θέση ν’ ανατρέψει την άνοδο του μαρξισμού που ισχυρίζεστε;

Α:   Κατ’ αρχήν, ο μαρξισμός δεν είναι πολιτική σχολή, σύμφωνα με τον Μαρξ, ο οποίος μίλησε εναντίον της πολιτικής.  Πίστευε, ότι η πολιτική είναι συντηρητική και εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ελίτ.  Ο μαρξισμός δεν είναι μια δύναμη που θα κυβερνήσει πολιτικώς.  Μας δίνει να καταλάβουμε πως πρέπει ν’ αναλύουμε τα πράγματα, τις καταστάσεις, τα γεγονότα, με βάση την εμπειρία, δηλαδή να κάνουμε εμπειρικές αναλύσεις, να ερευνούμε πάντοτε με το τι κάνει ο κόσμος και όχι με το τι λέει.  Μας εξηγεί πως και γιατί γίνονται ορισμένα γεγονότα,  Αλλά, αν υποθέσουμε, ότι ο Μαρξισμός είναι μια πολιτική σχολή, αυτό που θα τον ανέτρεπε θα ήταν αν μέσα σε μια κοινωνία να έχουν συμμετοχή οι εμπειρίες όλων των τάξεων, συμπεριλαμβανομένης και της πλειοψηφίας, και να συμμετάσχουν και σε πολιτικές και οικονομικές αποφάσεις.  Βάσει της εμπειρίας αυτής, που θα είναι κοινή, θα δημιουργηθεί, τότε, μιά ιδεολογία κοινή, που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα όλου του λαού της χώρας.  Και εδώ δεν μιλάμε για μια τελείως ισοτική κοινωνία.  Και όσοι το πιστέψουν κάνουν λάθος, διότι όσο υπάρχουν συμφέροντα να διατηρηθούν ο άνθρωπος θα είναι πάντοτε χωρισμένος σε τάξεις, διότι είναι συντηρητικό στοιχείο, και μέχρι τώρα δεν έχω συναντήσει άνθρωπο, κράτος, οργανισμό, ομάδα, οτιδήποτε άλλο, που να δέχεται να στερηθεί την θέση του, για να υψωθεί κάποιου άλλου που βρίσκεται χαμηλά.  Θα πρέπει ένα κράτος, όπως η Ελλάδα, να δημιουργήσει μιά κοινωνία του Έλληνα που η πολιτική θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα όλων των Ελλήνων.  Αυτή η κοινή εμπειρική, και πρακτική ζωή θα είναι το κίνητρο, που θα δημιουργήσει μια πολιτική σχολή και δύναμη στα μέτρα των Ελλήνων, ούτως ώστε ο Έλληνας θα έχει δική του ιδεολογία, που θ’ απεικονίζει τα δικά του συμφέροντα και δεν θα έχει ανάγκη την άνοδο του μαρξισμού σαν σχολής.

Ε:   Ποιό είναι το μέλλον του Μαρξισμού στην Ε.Ο.Κ.;

Α:   Δεν θα έλεγα, ότι θα δούμε στην Ε.Ο.Κ. ομάδες με αληθινές μαρξιστικές ιδέες.  Αλλά αυτό το εμπειρικό, το υλικό κίνητρο θα επιφέρει πιο ισοτικές σκέψεις.  Θα πρέπει να παρουσιάσουν πιο εμπειρικά συμπεράσματα.  Θα πρέπει να σκεφθούν ξανά τι σημαίνει να είναι κανείς «μαρξιστής», «αριστερός», «σοσιαλιστής».  Οι λέξεις αυτές θα πάρουν διαφορετικές ερμηνείες από πριν.  Δηλαδή, θα δούμε σχετικιστικές αντιλήψεις, όχι απόλυτες, ιδεαλιστικές.

Ε:   Ποιό είναι το μέλλον του μαρξισμού στη Ελλάδα, στα χρόνια που έρχονται;

Α:   Όσο για το μέλλον του μαρξισμού στην Ελλάδα, νομίζω, ότι και στη περίπτωση αυτή ο μαρξισμός θα εμφανισθεί και πάλι, με διαφορετική έννοια και προσωπείο.  Όταν αναφέρομαι σ’ εμπειρίες, εννοώ τις φυσικές και πρακτικές συνδέσεις και σχέσεις των πραγμάτων. Όταν μιλάμε για ιδεαλιστικές ιδέες, συναίσθηση, εννοώ την διανοητική εξέλιξη της συναίσθησης των εμπειρικών συνδέσεων.  Αν μεταβληθεί η φυσική σύνδεση, τότε, και το ιδεαλιστικό μεταβάλλεται. Είναι μια ενότητα. Τώρα είναι η στιγμή που ο κόσμος θ’ αναλύσει την έννοια της λέξης «μαρξισμός ή κομμουνισμός», δίνοντάς της μια πρακτική, μια εμπειρική έννοια. Όταν λέμε ένας είναι «φιλελεύθερος σοσιαλιστής ή κομμουνιστής», εννοούμε στη πρακτική μορφή.  Έτσι, ο Μαρξισμός στην Ελλάδα θα πάρει μια σχετικιστική μορφή.  Γι’ αυτό και η ιδεολογία, σήμερα, θα πρέπει ν’ αλλάξει κάπως.  Θα πάρει άλλη ερμηνεία πιο σχετικιστική.  Ο σχετικιστικός μαρξισμός υποδεικνύει, ότι το στοιχείο με την μικρότερη κοινωνική θέση θα έχει λιγότερη πολιτική εξουσία, λιγότερη διανοητική ισχύ στη κοινωνία.  Και έτσι για την ομάδα αυτή είναι αλήθεια, ότι το κράτος είναι ένα μέσο καταπίεσης, κατευθυνόμενο απ’ αυτούς που έχουν περισσότερα.  Και η ιδεολογία παρομοίως είναι υπό την κυριαρχία του ελίτ.  Και αυτό παρατηρούμε, σήμερα, καθαρά γιατί οι ελίτς τρέχουν να δώσουν νέες ονομασίες, δηλαδή, να δημιουργήσουν μια νέα ιδεολογία.

Μέχρι τώρα, οι απόλυτοι μαρξιστές έλεγαν, ότι ο σκοπός τους ήταν να δημιουργήσουν μια ισοτηκή κοινωνία να βοηθήσουν τους άλλους.  Ερμηνεύοντας, όμως τον μαρξισμό σχετικιστικά στο μέλλον δεν θα μπορούμε να κάνουμε τέτοιες δηλώσεις.  Και αν η σκέψη και πράξη είναι ενωμένες, τότε, στο μέλλον, και στην Ελλάδα, ο σχετικιστικός μαρξισμός θ’ απαιτήσει μια πιο ισοτική εμπειρία, για να υπάρχει κίνητρο της ισοτικής ιδεολογίας.  Και αναμένουμε να δούμε ποιά θα είναι η νέα ονομασία του μαρξισμού, που θα δοθεί και στη περίπτωση της Ελλάδας. Όποια και να είναι, όμως, η νέα ονομασία, ο Λαός, στο μέλλον, όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και σ’ άλλες χώρες, θα σκέφτεται περισσότερο με βάση την εμπειρία.  Και αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα, που αντιμετωπίζουν οι σημερινοί ελίτς.  Βέβαια, όλη αυτή η συζήτηση ξεκίνησε από την αποτυχία του λεγόμενου «κομμουνιστικού συστήματος» στη Σοβιετική Ένωση και στις Ανατολικές χώρες, με την σ’ εξέλιξη ακόμη της περεστρόικα.  Και κάνω λόγο περί λεγόμενου, γιατί ποτέ δεν υπήρξε στη πράξη του.  Και αυτό μας το επιβεβαιώνουν χαρακτηριστικά και Σοβιετικοί επίσημοι.  Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Οικονομικού Συμβούλου του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και μέλος του Προεδρικού Συμβουλίου, κ. Στάνισλαβ Σαταλίν, που έφεραν στο φως της δημοσιότητας οι «Λος Αντζελες Τάιμς, στις 2 Οκτωβρίου 1990, και που καλύπτει όλα όσα σας προανέφερα:  «Και για όσους φοβούνται, ότι, εγκαταλείψαμε τον σοσιαλισμό, ίσως είναι λυπηρό, γιατί δεν είχαμε ποτέ σοσιαλισμό.  Σχεδόν δεν έχει κανένας, και το παν εξαρτάται πως εννοεί κανείς τον σοσιαλισμό αυτό, που ίσως δεν θα υπάρξει ΠΟΤΕ».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Time limit is exhausted. Please reload the CAPTCHA.